Ένας βράχος στη μέση του τίποτα. Μα μέσα του υπάρχουν μυστικά 24.000 ετών που κανείς δεν κατάλαβε ποτέ
Μέσα σε έναν βράχο στη στέπα, κρύβονται σπηλιές με πετρογλυφικά από τον Παλαιολιθικό.
Στη μέση μιας άνυδρης ουκρανικής στέπας, δίπλα σε έναν ποταμό με το παράξενο όνομα «Μολότσνα», δηλαδή «ποτάμι από γάλα», υψώνεται κάτι που μοιάζει με χωμάτινο ύψωμα. Αν όμως πλησιάσεις, καταλαβαίνεις ότι δεν πρόκειται για χώμα, αλλά για τεράστιους όγκους ψαμμίτη που μοιάζουν να έχουν πεταχτεί τυχαία από κάποιον γίγαντα. Οι ντόπιοι το λένε «Καμιανά Μοχίλα» — Πέτρινος Τάφος. Μα το όνομα ξεγελά. Δεν είναι τάφος. Είναι κάτι πολύ πιο παράξενο.
Οι πρώτοι που τόλμησαν να μπουν στις ρωγμές και τα ανοίγματα της Μοχίλα βρήκαν κάτι που δεν είχαν ξαναδεί: τοίχους γεμάτους από ζωγραφιές. Χιλιάδες. Όχι μία ή δύο. Όχι μόνο εξωτερικά, αλλά κρυμμένες βαθιά μέσα σε σπηλιές και χαραμάδες. Μερικές εικόνες δείχνουν θηράματα, κάποιες φίδια με αγριεμένα μάτια. Σε άλλες απεικονίζονται ζώα με χαυλιόδοντες. Μαμούθ, ίσως. Αν είναι όντως μαμούθ, τότε αυτές οι χαράξεις είναι 24.000 ετών.
Μα το πιο περίεργο δεν είναι η ηλικία. Είναι ότι δεν έζησε ποτέ κανείς εκεί. Ολόκληρος ο χώρος ήταν πάντα έρημος. Καμία εγκατάσταση, καμία φωτιά, καμία στέγη. Μόνο πέτρες και σιωπή. Όσοι μελέτησαν τον χώρο συμφωνούν σε κάτι: οι άνθρωποι έρχονταν από μακριά για να κάνουν τελετές. Να χαράξουν κάτι πάνω στην πέτρα. Ίσως για να προστατευτούν. Ίσως για να θυσιάσουν.
Ορισμένοι αρχαιολόγοι επιμένουν ότι οι μορφές ήταν απλές: κυκλάκια, ζώα, ιχνηλασίες. Μα υπήρξαν κι άλλοι που είδαν εκεί γραφή. Όχι απλώς γραφή, αλλά σφηνοειδή, σαν της Σουμερίας. Πριν τη Σουμερία. Ένας εξ αυτών, ο Κιφίσιν, συγκρούστηκε δημόσια με όλη την επιστημονική κοινότητα. Του είπαν ότι λέει ανοησίες. Ότι τα σημάδια είναι χαρακιές δίχως νόημα. Αλλά εκείνος επέμενε. Είχε δει μια γλώσσα. Μια ξεχασμένη προσευχή από τον πρώτο κυνηγό που φοβήθηκε το σκοτάδι του σπηλαίου.
Σήμερα, πολλοί από τους βράχους έχουν υποχωρήσει. Κάποιοι θρυμματίστηκαν. Άλλοι καλύφθηκαν με άμμο ή καταστράφηκαν από τη βροχή. Κι όμως, τα περισσότερα σχέδια βρίσκονται ακόμα εκεί μέσα. Δεν προστατεύονται. Δεν είναι κρυμμένα σε μουσείο. Είναι ανοιχτά. Όποιος θελήσει να μπει, μπορεί. Αρκεί να σκύψει αρκετά χαμηλά και να μη φοβάται το σκοτάδι.
Κανείς δεν ξέρει γιατί οι αρχαίοι χάραζαν μόνο μέσα στις ρωγμές. Κανείς δεν ξέρει γιατί οι μορφές είναι τόσες πολλές. Και κανείς δεν έχει αποκρυπτογραφήσει τι λένε. Η Μοχίλα παραμένει βουβή. Εκτός από τα σημάδια που άφησαν εκείνοι που την είδαν πρώτη. Ίσως ήταν κυνηγοί. Ίσως ιερείς. Ίσως απλώς άνθρωποι που δεν ήθελαν να ξεχαστούν. Δεν έχουμε λέξεις να το περιγράψουμε. Όπως δεν είχαμε λέξεις όταν το έγραψαν εκείνοι.