Ο εκτυπωτής που τύπωνε χαρτονομίσματα και έδιναν όσο όσο για να τον αγοράσουν αλλά τελικά ήταν μια απάτη
Δεν ήταν εκτυπωτής. Ήταν απάτη. Και όμως, τον αγόραζαν με χιλιάδες δολάρια, πιστεύοντας ότι είχαν βρει το μηχάνημα που τυπώνει λεφτά.
Δεν ήταν εκτυπωτής. Δεν ήταν μηχάνημα. Ήταν παγίδα με μοχλούς, μυστικές θήκες και 6 γνήσια χαρτονομίσματα κρυμμένα στο εσωτερικό του. Και όμως, όποιος το έβλεπε να «δουλεύει» ορκιζόταν πως είχε μπροστά του το απόλυτο όπλο πλουτισμού. Ποιος δεν θα πλήρωνε μια περιουσία για να έχει στα χέρια του μια συσκευή που τυπώνει 100δόλαρα;
Ο άνθρωπος πίσω από το κόλπο ήταν ο Victor Lustig, ένας από τους πιο χαρισματικούς και επικίνδυνα ευγενικούς απατεώνες του 20ού αιώνα. Ήξερε δέκα γλώσσες, ντυνόταν σαν διπλωμάτης, μιλούσε σαν τραπεζίτης και σκεφτόταν σαν καλλιτέχνης του εγκλήματος. Είχε ήδη καταφέρει να πουλήσει τον Πύργο του Άιφελ δύο φορές — αλλά με τον «εκτυπωτή χαρτονομισμάτων», ξεπέρασε τον εαυτό του.
Το κουτί ήταν εντυπωσιακό: ξύλινο, στιβαρό, με ροδέλες, λαβές και οδηγίες χρήσης. Ο Lustig έλεγε ότι χρειαζόταν 6 ώρες για να “επεξεργαστεί” κάθε χαρτονόμισμα. Έβαζε μπροστά το κόλπο μπροστά στα μάτια των θυμάτων. Γύριζε τον μοχλό, περίμενε… και το μηχάνημα έβγαζε ένα αυθεντικό 100δολάρο. Το ξαναέκανε. Άλλο ένα. Και ξανά. Συνολικά έξι με εννέα. Όλα γνήσια. Τότε, ο υποψήφιος αγοραστής έχανε κάθε επαφή με τη λογική.
Τα ποσά που ζητούσε ο Lustig ήταν αστρονομικά: 25.000, 30.000, 50.000 δολάρια — ποσά τεράστια για την εποχή. Οι αγοραστές πλήρωναν χωρίς δεύτερη σκέψη. Πίστευαν ότι με κάθε χαρτονόμισμα που έβγαινε, είχαν μπροστά τους ένα μηχάνημα που θα τους έκανε πλούσιους για πάντα. Μόνο που μετά το τελευταίο κρυμμένο 100δόλαρο, το κουτί έβγαζε μόνο λευκό χαρτί. Και μέχρι να το καταλάβουν… ο Lustig ήταν ήδη σε άλλο κράτος.
Το κόλπο δεν ήταν μόνο τεχνικό. Ήταν ψυχολογικό. Ο Lustig ήξερε πώς να κάνει τον άλλον να νιώθει «μυημένος». Δεν παρακαλούσε να πουλήσει. Έδινε την εντύπωση ότι εκχωρεί μυστικό ανεκτίμητο, μόνο σε «εκλεκτούς». Και εκείνοι, για να μη χάσουν την ευκαιρία, γίνονταν οι τέλειοι στόχοι.
Δεν το έκανε μία φορά. Το έκανε δεκάδες. Με διαφορετικά ονόματα, διαφορετικές ιστορίες, ίδια μέθοδο. Και το πιο εντυπωσιακό; Κανείς δεν μπορούσε να τον κυνηγήσει επίσημα — γιατί κανείς δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι πλήρωσε μια περιουσία για να αγοράσει ένα μηχάνημα που τύπωνε… έξι κατοστάρικα και μετά τίποτα.
Ο Lustig έγραψε τη δική του σχολή στην απάτη. Και το κουτί του, αυτός ο ψεύτικος εκτυπωτής των ονείρων, δεν ήταν τεχνολογία. Ήταν καθρέφτης της απληστίας.