Όταν η Γη είχε πέντε ανθρώπινα είδη. Εμείς ήμασταν απλώς ένα από αυτά.
Οι Νεάντερταλ, οι Ντενίσοβανς, τα «χόμπιτ» της Ινδονησίας. Πριν 50.000 χρόνια, ο άνθρωπος δεν ήταν μόνος.
Υπάρχει μια εποχή στην ιστορία της Γης, τόσο μακρινή που δεν θυμάται κανείς, όπου οι άνθρωποι δεν ήταν μόνοι τους. Ζούσαν σε σπηλιές, δάση, τροπικά νησιά και παγωμένες πεδιάδες. Μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες – ή δεν μιλούσαν καθόλου. Έφτιαχναν εργαλεία, ένιωθαν φόβο, θρηνούσαν τους νεκρούς τους. Κάποιοι απ’ αυτούς ήταν άνθρωποι σαν κι εμάς. Άλλοι… σχεδόν.
Πριν 50.000 χρόνια, η Γη φιλοξενούσε πέντε είδη ανθρώπων. Οι Νεάντερταλ βάδιζαν με δυσκολία στις παγωμένες εκτάσεις της Ευρώπης. Οι Ντενίσοβανς ζούσαν κρυμμένοι σε σπηλιές της Σιβηρίας. Στην Ινδονησία, μικροσκοπικά «χόμπιτ» ανθρώπων περπατούσαν στο νησί Φλόρες, ενώ κάποιοι άλλοι, άγνωστοι και σιωπηλοί, κυκλοφορούσαν στο νησί Λουζόν. Κι εμείς, οι Homo sapiens, μόλις είχαμε βγει από την Αφρική και ψάχναμε να κατακτήσουμε τον πλανήτη.
Οι Νεάντερταλ είχαν μεγαλύτερο εγκέφαλο από τον σημερινό άνθρωπο. Ήξεραν να θάβουν τους νεκρούς τους, να στολίζονται με κοχύλια, να ζωγραφίζουν. Δεν ήταν πίθηκοι. Ήταν άνθρωποι – αλλιώτικοι. Όταν μας συνάντησαν, δεν έγινε μάχη. Έγινε συμβίωση, έγινε έρωτας, έγινε εξαφάνιση. Κουβαλάς κι εσύ μέσα σου το DNA τους.
Οι Ντενίσοβανς δεν είχαν όνομα μέχρι το 2010. Ανακαλύφθηκαν από ένα μικρό οστό δαχτύλου σε μια σπηλιά στη Ρωσία. Δεν τους είδε ποτέ κανείς. Αλλά το γενετικό τους αποτύπωμα ζει ακόμα στα παιδιά των Μελανήσιων, στους Αβορίγινες, στους Θιβετιανούς. Το DNA τους βοήθησε τον άνθρωπο να επιβιώσει στα μεγάλα υψόμετρα. Έφυγαν χωρίς φωνή. Κανείς δεν έκλαψε για αυτούς.
Κι έπειτα ήταν οι «μικροί». Οι Homo floresiensis – κάτι σαν μύθοι, σαν πλάσματα παραμυθιού. Ένα μέτρο ύψος, με εργαλεία, με φωτιές, με τρόπους. Έζησαν μέχρι πρόσφατα. Πόσο πρόσφατα; Κάποιοι ιθαγενείς λένε ότι τους θυμούνται. Ότι ζούσαν στα βουνά όταν ήρθαν οι Ευρωπαίοι. Ποιος θα τολμήσει να τους πει ψεύτες;
Και οι Homo luzonensis, οι πιο αινιγματικοί απ’ όλους. Βρέθηκαν το 2019. Πήλινα δόντια, παράξενα κόκκαλα, κανείς δεν ξέρει πώς έμοιαζαν. Αλλά ζούσαν. Αναπνέαν. Ίσως και να τραγουδούσαν.
Κι εμείς; Οι Homo sapiens; Είμαστε τα μόνα που έμειναν. Ήμασταν πιο επινοητικοί, πιο γρήγοροι, πιο σκληροί. Ήμασταν πολλοί. Ίσως και απλώς λιγότερο ανθρώπινοι από τους άλλους. Όποιος κοιτά σήμερα τον κόσμο, δύσκολα θα πει ότι νικήσαμε με το ήθος μας.
Δεν ξέρουμε πότε πέθανε ο τελευταίος Νεάντερταλ. Ούτε ο τελευταίος Ντενίσοβαν. Ίσως, σ’ ένα σπήλαιο της Ευρασίας, ένας άντρας να κοίταξε τον ορίζοντα και να κατάλαβε ότι δεν έχει άλλους σαν αυτόν. Ότι τέλειωσε.
Αυτός ήταν ο κόσμος μας. Ένα πλανήτης γεμάτος ανθρώπους – διαφορετικούς ανθρώπους. Εμείς επιζήσαμε. Οι άλλοι έγιναν παρελθόν. Αλλά για λίγο… ήμασταν μαζί.