Το πρώτο όπλο που έφτιαξε ο άνθρωπος, το έφτιαχνε κι ο πίθηκος και ακόμα σκοτώνει.
Πριν υπάρξει λόγος, υπήρχε φόνος. Και πριν υπάρξει μαχαίρι ή σπαθί, υπήρχε κάτι πιο απλό. Ένα ξύλο που γίνεται κοφτερό. Και χωράει στην παλάμη. Το πρώτο όπλο του κόσμου.
Πολύ πριν χτιστούν οι πρώτες πόλεις, πριν μιλήσουν οι πρώτες γλώσσες, πριν καν ο άνθρωπος μάθει να ανάβει φωτιά, είχε ήδη βρει κάτι πιο βασικό. Ένα μακρύ ξύλο με μυτερή άκρη. Το πρώτο του δόρυ.
Κι αυτό το πρώτο δόρυ δεν το έφτιαξε μόνο ο άνθρωπος. Στα δάση της Σενεγάλης, χιμπατζήδες σπάνε ίσια κλαδιά, τα ακονίζουν με τα δόντια και περιμένουν τη νύχτα. Τρυπούν μέσα σε κουφάλες δέντρων για να σκοτώσουν τα μικρά πλάσματα που κοιμούνται. Η ενέδρα είναι ίδια εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια.
Στην Ευρώπη, σε σπηλιές της Γερμανίας, έχουν βρεθεί τα παλαιότερα δόρατα της ανθρωπότητας. Δεν είναι φτιαγμένα από μέταλλο. Είναι απλά ξύλα, ακονισμένα στη φωτιά. Τα κρατούσε ένας άλλος άνθρωπος, ο Homo heidelbergensis, πριν μισό εκατομμύριο χρόνια. Πριν την εποχή των Νεάντερταλ.
Οι Νεάντερταλ συνέχισαν. Και πήγαν πιο πέρα. Έφτιαξαν τις πρώτες πέτρινες κεφαλές. Και τις στερέωσαν με τένοντες, με ρετσίνι, με ό,τι μπορούσε να αντέξει το καρφί στον αγώνα της επιβίωσης. Δεν υπήρχαν σπαθιά. Δεν υπήρχε λόγος. Υπήρχε μόνο το δόρυ.
Στην Αφρική, το δόρυ έγινε τέχνη. Οι Ζουλού, με κοντά δόρατα και οβάλ ασπίδες, μπορούσαν να κατατροπώσουν στρατούς με πυροβόλα. Έμπαιναν σώμα με σώμα. Χτυπούσαν πρώτοι. Και επέζησαν.
Στην Ελλάδα, το δόρυ έγινε δόγμα. Από την εποχή της Μεσοελλαδικής περιόδου μέχρι τις σάρισσες του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, το δόρυ καθόρισε τον τρόπο που οι Έλληνες πολεμούσαν, αλλά και τον τρόπο που στεκόταν ο πολίτης-οπλίτης στην πατρίδα του.
Στην Ιαπωνία έγινε γιαρί. Στην Κορέα ντάνγκπα. Στην Κίνα κιάνγκ. Στην Ινδία μπάλλαμ. Στη Ρώμη έγινε pilum — ένα ακόντιο που δεν μπορούσες να βγάλεις αν καρφωθεί στην ασπίδα σου. Στους Βίκινγκ έγινε το βασικό όπλο τους, πιο φθηνό και πιο φονικό από το σπαθί.
Ακόμα και σήμερα, το δόρυ ζει. Στις ασκήσεις πεζικού. Στις ξιφολόγχες. Στα καμάκια των ψαράδων. Στα χέρια των παιδιών που παίζουν με ένα ξύλο που μοιάζει με όπλο. Χιλιάδες χρόνια πέρασαν. Ο κόσμος άλλαξε. Το δόρυ όχι.