Ο Καλός που υπέγραφε με Α.Ρ. και τα οστά του βρίσκονται στο Πεδίον του Άρεως
υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς ηγέτες της Ελληνικής Επανάστασης, με την ηγεσία του στη Φιλική Εταιρεία να θέτει τα θεμέλια για τον αγώνα του 1821.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ένα από τα πιο καθοριστικά πρόσωπα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, γεννήθηκε το 1792 στην Κωνσταντινούπολη. Γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας, και μέλος της ρωσικής αριστοκρατίας, υπηρέτησε στον ρωσικό στρατό και συμμετείχε στις Ναπολεόντειες Πολέμους, διακρινόμενος για τη γενναιότητά του. Στη μάχη της Δρέσδης, το 1813, τραυματίστηκε σοβαρά, χάνοντας το δεξί του χέρι. Ωστόσο, η καριέρα του στον ρωσικό στρατό δεν τον εμπόδισε να αναζητήσει την ελληνική ελευθερία, όταν εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που προετοίμαζε την ελληνική επανάσταση.
Ο Υψηλάντης ανέλαβε την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας το 1820 και αναγνωρίστηκε ως “Καλός”, υπογράφοντας τις επιστολές του με τα αρχικά «Α.Ρ.». Η ηγεσία του υπήρξε σημαντική, καθώς προχώρησε στην οργάνωση των εφοριών της Εταιρείας, ενίσχυσε τις οικονομικές συνεισφορές των ομογενών και έθεσε τις βάσεις για τον επαναστατικό στρατό. Η αποφασιστικότητά του να ξεκινήσει την Επανάσταση, παρά τις δύσκολες συνθήκες, έδειξε την πίστη του στον αγώνα, ακόμη και αν οι στρατηγικές του κινήσεις τελικά δεν απέδωσαν.
Η Επανάσταση ξεκίνησε επίσημα το 1821 από τη Μολδοβλαχία, όταν ο Υψηλάντης πέρασε τον ποταμό Προύθο και ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης. Παρά τις πρώτες ελπίδες και τη μαχητικότητα του στρατού του, η αποτυχία ήρθε με την καταστροφή του στρατεύματος στη μάχη του Δραγατσανίου. Παρά την αποτυχία του, ο Υψηλάντης παρέμεινε πιστός στο όραμα της ελευθερίας, και το παράδειγμα του υπήρξε καθοριστικό για την πορεία της επανάστασης.
Μετά την αποτυχία του αγώνα και την παράδοσή του στους Αυστριακούς, ο Υψηλάντης φυλακίστηκε και παρέμεινε σε κακή κατάσταση μέχρι το θάνατό του το 1828. Παρά τις αντιφάσεις στη στρατηγική του, ο Υψηλάντης θεωρείται ήρωας της ελληνικής ανεξαρτησίας. Τα οστά του, που μεταφέρθηκαν στο Πεδίον του Άρεως το 1964, είναι σύμβολο της θυσίας και της συνέπειας στο όραμα της ελληνικής ελευθερίας