MUST READ

Ολόκληρη η συγκλονιστική επιστολή της Μαντώς Μαυρογένους προς τις γυναίκες του Παρισιού

Η επιστολή της Μαντώς Μαυρογένους προς τις γυναίκες του Παρισιού, το 1824, αποτελεί μια ισχυρή έκκληση για υποστήριξη στον αγώνα της Ελλάδας για ελευθερία.
Ολόκληρη η συγκλονιστική επιστολή της Μαντώς Μαυρογένους προς τις γυναίκες του Παρισιού

Η Μαντώ Μαυρογένους – μια από τις ηρωίδες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 – το καλοκαίρι του 1824 απηύθυνε μια συγκλονιστική ανοικτή επιστολή προς τις γυναίκες της Γαλλίας, και ειδικά τις κυρίες του Παρισιού. Η επιστολή αυτή δημοσιεύτηκε τότε σε παρισινές εφημερίδες, προκαλώντας τεράστια αίσθηση στους φιλελληνικούς κύκλους. Αποτελεί έκκληση της Μαυρογένους προς τις Γαλλίδες να υποστηρίξουν τον αγώνα των Ελλήνων, αξιοποιώντας την επιρροή τους στους άνδρες και την κοινωνία. Το κείμενο αρχικά γράφτηκε στα γαλλικά (απευθυνόμενο στις “dames Parisiennes”) και αργότερα μεταφράστηκε στα ελληνικά.

Πλήρες κείμενο της επιστολής

«Μία κόρη απλή, μεγαλωμένη σ’ ένα βράχο, θρεμμένη μέσ’ στη θλίψη, μη αναπνέοντας παρά τον αέρα του πατριωτισμού, θα ακουσθεί άραγε από ένα πλήθος κυριών βυθισμένων στις απολαύσεις της ζωής, τριγυρισμένων από τα παιδικά τους χρόνια απ’ όλα τα θαύματα του ανθρωπίνου πνεύματος, τις ωραίες τέχνες και τις πολυτέλειες, συνηθισμένων στην κομψότητα των τρόπων, στον αττικισμό του λόγου; Τόση αντίθεση στον τρόπο της ζωής μας μπορεί τάχα να βοηθήσει στη συνεννόησή μας – και δεν κινδυνεύω να γελοιοποιηθώ αν μιλήσω για την επαναστατημένη ηρωική μου πατρίδα σε γυναίκες που δεν ξέρουν ν’ ασχολούνται παρά μόνο με τις επαναστάσεις της μόδας;

Μήπως, αγαπητές Παρισινές, με προδιέθεσαν κακά εναντίον σας; Ενώ εγώ πολεμούσα στους κάμπους της Φωκίδος, άνθρωποι που έζησαν πολύ κοντά σας μού μίλησαν για τα ήθη σας. Τα ηύρα παράδοξα κι ελαφρά. Όμως θέλω να πιστεύω πως δεν σας έκριναν παρά εξωτερικά και πως δεν έφθασαν ως το βάθος της καρδιάς σας. Αυτή η γυναικεία καρδιά πρέπει να είναι πονετική κι ευαίσθητη, ειλικρινής και γενναία όπως εκείνη των Γάλλων. Για να σας αποδώσω δικαιοσύνη λοιπόν, απευθύνομαι σ’ εσάς, παρ’ όλο που ακόμη μου μένουν κάποιες αμφιβολίες. Στα πολιτικά ζητήματα της Γαλλίας επικρατεί ελευθεριότης· το κοινό συζητεί πάνω σ’ αυτά δημοσία. Σε μία παρόμοια κατάσταση οι γυναίκες μπορούν να ασκήσουν τη μυστική γοητεία και την επίδρασή τους στους άνδρες, εμπνέοντάς τους γενναίες αποφάσεις. Πρέπει όμως να ομολογηθεί, χαριτωμένες μου Κυρίες, ότι τα ήθη σας καταστρέφουν σε σας αυτή την υποβλητική προς τις μεγάλες πράξεις δύναμη.

Δεν έχω καθόλου την κουτή φιλοδοξία να χρησιμεύσω σαν παράδειγμα στην πιο επίλεκτη κοινωνία του φύλου μου. Η αγάπη του τόπου, η αφοσίωσή μου στη θρησκεία μου, η δίψα μιας δίκαιης εκδίκησης, γέμισαν έξαλλη ορμή και πολεμικό πάθος την ψυχή μου. Λαχταρώ για μια ημέρα μάχης όπως εσείς στενάζετε ύστερ’ από ένα χορό. Δεν υπάρχει άλλο κοινό γνώρισμα μεταξύ μας παρά οι φυσικές χάρες που μ’ αυτές μας προίκισε ο ουρανός. Διαφέρουμε ακόμη και στον τρόπο που τις χρησιμοποιούμε. Εσείς κάνετε χρήση αυτών ενάντια στον προορισμό τους και δεν αντιπροσωπεύετε παρά όντα παθητικά. Πιο ευτυχής εγώ, έδωσα στις φυσικές μου χάρες έναν χρήσιμο και νόμιμο προορισμό για τη δόξα και για μεγάλες ωφέλειες των ανθρώπων. Αυτή η χτυπητή διαφορά ανάμεσά μας είναι καρπός αντίθετης ανατροφής. Είχατε καθηγητές του χορού, της μουσικής, του τραγουδιού· εγώ δεν είχα παρά τη φύση κι έναν σοφό για δασκάλους μου.

Οι δικοί σας προσπάθησαν να δώσουν ευλυγισία στη μέση σας, κομψότητα στις κινήσεις σας. Προσάρμοσαν τη φωνή σας σε τόνους μελωδικούς, με γλυκύτητα και συγκινητική ευστροφία στην ακρίβεια του μουσικού μέτρου, καταγινόμενοι ν’ αναπτύξουν την προσωπική γοητεία σας, με κύριο και μόνο σκοπό – καθώς σας είπαν – ν’ αποκτήσετε θαυμαστές και τίποτα περισσότερο. Ο σεβάσμιος δάσκαλός μου έκανε το αντίθετο: άφησε στη φύση να τελειώσει το έργο της, τελειοποιώντας τα χαρίσματά της, και με συμβούλευε πώς να τα χρησιμοποιήσω ώστε μ’ αυτά να κερδίσω αφοσιωμένους εργάτες της πατρίδας μου. Με τον δικό σας τρόπο δεν βλέπετε στους άνδρες παρά θαυμαστές της καλλονής σας, ενώ εγώ βλέπω σ’ αυτούς τα στηρίγματα της χώρας μου. Τους αλυσοδένετε στο άρμα σας για να τους θαμπώσετε με τη λάμψη σας – εγώ τους δένω στο δικό μου άρμα για να τους δώσω φτερά προς τη δόξα. Όσοι με λατρεύουν γίνονται άνδρες, ενώ οι δικοί σας μένουν σκλάβοι, αφού δεν μπορούν να γίνουν τίποτ’ άλλο υπακούοντάς σας. Οι απαιτήσεις σας είναι καπρίτσια, τα γούστα σας φαντασιοπληξίες. Ο πατριωτισμός είναι ένα ενοχλητικό για σας συναίσθημα· στο άκουσμά του σας πιάνει πονοκέφαλος…

Στη Γαλλία ο Έρωτας εξέφυγε από τους ευγενικούς του προορισμούς. Σύρεται στους περιπάτους, στα σαλόνια, στα θεάματα, κινείται μέσα στα καλλωπιστήρια. Δεν τον συναντάει κανείς εκεί όπου θα έπρεπε να εμπνέει ευγενικό πάθος, να οδηγεί σε πατριωτικές εξορμήσεις. Οι περισσότεροι άνδρες σας συνωμοτούν για το συμφέρον τους ενάντια στο κράτος. Καμιά χαριτωμένη φωνή δεν τους λέει ποτέ να είναι καλοί πολίτες – κι έτσι μένουν κακοί υπουργοί… Είμαι βέβαιη ότι ποτέ δεν προσπάθησαν να αντλήσουν από τις καρδιές των γυναικών την ευγένεια των αισθημάτων. Αυτό δεν είναι δικό τους σφάλμα, αλλά των καλλονών που τους συναναστρέφονται… Γιατί, επάνω στις ερωτικές ή φιλικές τους εκδηλώσεις, δεν τους απευθύνετε αυτή την παρακλητική κι επιβλητική μαζί φωνή στην οποία κανένας άνδρας δεν μπορεί ν’ αντισταθεί.

Θα μου απαντήσετε πως το τυφλό συμφέρον, ο άγονος εγωισμός, αποξήραναν την ψυχή τους· πως η επιθυμία του πλούτου είναι η μόνη ικανή να συγκινήσει τις αισθήσεις τους· και πως προτιμούν το γεύμα ενός υπουργού απ’ όλες τις εύνοιες μιας Ευριδίκης. Αλλά θα τους απαντήσω με τη δική μου πείρα: στη Μύκονο, στην Εύβοια, συγχώνευσα το προσωπικό συμφέρον και την αγάπη των απολαύσεων με την αγάπη της πατρίδας. Περισσότερους από έναν γλεντοκόπο, ή άνανδρο εγωιστή, ή γερο-φυλάργυρο, μ’ ένα μου λόγο, μ’ ένα μου χαμόγελο, τους μετέβαλα σε γενναίους, ενθουσιώδεις και αφοσιωμένους. Και μπορώ να πω πως δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να μη γοητεύθηκε και παρασύρθηκε από την παράκλησή μου να αφιερώσει, ως αντίτιμο του ενθουσιασμού του, τον πιο απόλυτο ζήλο υπέρ της ανεξαρτησίας της πατρίδας.

Πιστέψτε το, ωραίες και ευχάριστες κυρίες… Είστε ελκυστικές· το πνεύμα σας είναι στολισμένο με τα χαρίσματά σας· πολλοί σας περιβάλλουν με θαυμασμό. Η ματαιοδοξία σας είναι ικανοποιημένη. Προσπαθήστε όμως να ξυπνήσετε μέσα τους μια ευγενική περηφάνεια. Είναι τόσο ωραίο να γίνετε το είδωλο ενός άνδρα με ανώτερο χαρακτήρα και μεγάλη ψυχή! Περιφρονήστε αυτούς τους κενόδοξους – που τους ονομάζετε “μικρούς κυρίους” – και που ζουν ντροπιασμένοι μέσα σε άθλιες διασκεδάσεις· εκείνους τους γελοίους που με την ψεύτικη λάμψη τους γεμίζουν την πόλη σας σαν τα μυρμήγκια. Αφήστε τους στη μάταιη μηδαμινότητά τους· ή μάλλον, αν η καρδιά τους στενάζει, σπείρετε σε αυτήν, μαζί με τη φλόγα του έρωτα, και την αγάπη της εθνικής τιμής… Ας είναι για αυτούς κάθε σας ματιά η ανταμοιβή μιας γενναίας αφοσίωσης.

Αντί να μεταχειρίζεστε μικροτεχνάσματα για να αποκτήσετε μια πολυτελή άμαξα που θα θαμπώνει τους διαβάτες, απαιτήστε από τον πατέρα, τον σύζυγο ή τον φίλο σας μια γενναία γνώμη – που όταν συζητηθεί με θερμό ενδιαφέρον στο Συμβούλιο, να διαφωτίσει τη Συνέλευση και να δείξει τη λαμπρή δόξα του έθνους σας. Ζητήστε του να υπερασπίσει τα δίκαια των Ελλήνων, αντί να σας συνοδεύσει στον έμπορο της μόδας…

Οι Έλληνες, γεννημένοι φιλελεύθεροι, μόνο στον εαυτό τους θα οφείλουν την ελευθερία τους. Ώστε δεν επικαλούμαι τη μεσολάβησή σας για να πιέσετε τους συμπατριώτες σας να μας στείλουν βοήθεια, αλλά μόνο για να τους αλλάξετε την ιδέα του να στέλνουν βοήθεια στους εχθρούς μας…

Ο πόλεμος σκορπίζει τον φριχτό θάνατο στους δυστυχισμένους κάμπους μας· στις έρημες πολιτείες μας – το πένθος στις οικογένειες. Μια μάνα κλαίει το γιο της που πέθανε στις μάχες, ή μια ατιμασμένη κόρη που την έσυραν στη σκλαβιά. Μια γυναίκα, καθισμένη στο κατώφλι της, περιμένει με δακρυσμένο βλέμμα έναν αγαπημένο σύζυγο που τον είδε να φεύγει το πρωί αρματωμένος – δε θα ξαναγυρίσει: ο Τούρκος τον έσφαξε. Μικρά παιδιά, πεσμένα σε μια πέτρα, θρηνούν και ζητούν από τους διαβάτες τον πατέρα τους που σκότωσαν οι βάρβαροι και τη μητέρα τους που πέθανε από τη θλίψη. Κλαίτε, γενναιόδωρες κυρίες; Ε, λοιπόν, λησμονήστε για μια στιγμή τις απολαύσεις σας και παρακαλέστε να δοθεί ένα τέλος στα βάσανά μας… Ενώ το μέτωπό μας στεφανώνεται από δάφνες, την καρδιά μας την ποτίζει η πικρία· τα δάκρυά μας πλημμυρίζουν τους θριάμβους μας – και η νίκη μας είναι πάντα πένθιμη.

Κάμετε λοιπόν, ω δυνατές κυρίες, κάμετε ώστε να δοκιμάσουμε επιτέλους τη γλυκύτητα της ειρήνης και της ελευθερίας, ώστε οι Γάλλοι στρατιώτες να μη θελήσουν να βρέξουν τα δοξασμένα όπλα τους στο χριστιανικό αίμα των αδελφών τους – και να μην αντικρίσουμε ποτέ τους υπερασπιστές της χώρας των τεχνών και του πνεύματος να ξαναβυθίζουν στη σκλαβιά τη γη του Λεωνίδα και του Ευριπίδη. Ναι, το πιστεύω πως η Γαλλία δεν θα επέμβει στη διαμάχη μας με τους βαρβάρους, παρά μόνο για να δώσει ένα τέλος σε έναν τόσο αιματηρό αγώνα. Ως νέα Ρώμη, θα διακηρύξει την ελευθερία της Ελλάδας και θα εξακολουθήσει τον αθάνατο ρόλο που έπαιξε στην ανεξαρτησία της Αμερικής του Βορρά – και θα σταθεί στην πρώτη γραμμή των εθνών, σε αυτή την υψηλή θέση που της αξίζει ένεκα των τόσων τίτλων της… Μ’ αυτό τον τρόπο, οι επευφημίες της αναγεννημένης Ελλάδας θα χαιρετήσουν τη Γαλλία, τη διαιτήτρια του κόσμου και τη χορηγό της ειρηνικής ελευθερίας των λαών».

Εγγραφείτε στα Σελίδα του του Sportime στην πλατφόρμα των Google news για άμεση κι έγκυρη ενημέρωση.