MUST READ

Ποιοί ήταν οι τρόποι θανάτωσης στην Αρχαία Ελλάδα για τους καταδικασμένους σε θάνατο;

Στην αρχαία Ελλάδα η θανατική ποινή δεν ήταν απλή υπόθεση. Μπροστά στα μάτια των πολιτών εκτυλίσσονταν σκηνές αρχέγονης δικαιοσύνης
Ποιοί ήταν οι τρόποι θανάτωσης στην Αρχαία Ελλάδα για τους καταδικασμένους σε θάνατο;

Στην αρχαία Ελλάδα, μια εκτέλεση εκτυλίσσεται σαν σκηνή αρχαίας τραγωδίας – τελετουργική και καθηλωτική. Σούρουπο στην Αθήνα, και οι σκιές μακραίνουν στα τείχη της πόλης καθώς ένας καταδικασμένος οδηγείται μπροστά στους συμπολίτες του. Όλοι γνωρίζουν ότι θα αντικρίσουν την ύστατη τιμωρία, όμως παρατηρούν κάτι ασυνήθιστο: δεν υπάρχει αιχμηρό ξίφος στο χέρι του δήμιου, κανένα αίμα δεν πρόκειται να ποτίσει το χώμα.

Οι αρχαίοι Έλληνες τρέμουν το μίασμα του χυμένου ανθρώπινου αίματος∙ φοβούνται πως το αίμα ενός εκτελεσμένου θα μπορούσε να μολύνει την πόλη και την ψυχή τους. Έτσι, η ίδια η διαδικασία του θανάτου έχει σχεδιαστεί για να είναι, όσο γίνεται, “αναίμακτη”. Το σκοτάδι βαθαίνει, η σιωπή πυκνώνει – και η δικαιοσύνη της πόλης ετοιμάζεται να πάρει σάρκα και οστά, χωρίς σταγόνα αίματος.

Μέσα σε ένα λιτό δεσμωτήριο, ένας ηλικιωμένος φιλόσοφος με ήρεμο βλέμμα σηκώνει αργά ένα κύπελλο γεμάτο κώνειο προς τα χείλη του. Γύρω του οι φίλοι του τον κοιτούν με δάκρυα∙ ο ίδιος παραμένει γαλήνιος. Το θανατηφόρο αυτό φίλτρο, εκχυλισμένο από τα φύλλα του κωνείου, θεωρείται παράδοξα μια εύσπλαχνη μέθοδος εκτέλεσης. Το δηλητήριο μουδιάζει σταδιακά το σώμα, χαρίζοντας έναν σχετικά ανώδυνο και αξιοπρεπή θάνατο. Σε αντίθεση με τον θόρυβο της μάχης ή του βασανισμού, εδώ ο θάνατος έρχεται αθόρυβα, σχεδόν σαν βύθιση σε βαθύ ύπνο. Ο μελλοθάνατος έχει το δικαίωμα να λυθεί από τα δεσμά του την τελευταία μέρα, να λουστεί και να αποχαιρετήσει τους δικούς του, πριν πιει το φαρμάκι.

Αυτή η στιγμή – μια τελευταία οινοποσία που αντί για κρασί φέρνει τον Χάρο – είναι φορτισμένη με συγκίνηση αλλά και αξιοπρέπεια. Το άδειο κύπελλο πέφτει από τα χέρια του φιλοσόφου και σπάει στο πάτωμα. Σε λίγο, το σώμα του θα παραδοθεί ανέγγιχτο στους οικείους του για την ταφή. Στην ησυχία του κελιού, η αρχαία πόλη έχει απαλλαγεί από τον “επικίνδυνο” στοχαστή της χωρίς αιματοχυσία, και η δικαιοσύνη της έχει επιβληθεί με έναν θάνατο που μοιάζει σχεδόν ήρεμος, σαν να τον διάλεξε μόνος του.

Λίγο πιο πέρα, κάτω από τον ίδιο κατακόκκινο ουρανό του δειλινού, ένας άλλος κατάδικος σέρνει τα βήματά του προς την άκρη ενός ψηλού βράχου. Είναι ένοχος προδοσίας – το χειρότερο ίσως έγκλημα απέναντι στην πόλη και στους θεούς. Τα γόνατά του τρέμουν καθώς πλησιάζει στο χείλος∙ το βλέμμα του χάνεται στο κενό που ανοίγεται μπροστά του. Από κάτω χάσκει το Βάραθρο, ένα φυσικό φαράγγι έξω από την Αθήνα, που περιμένει σιωπηλό. Δύο οπλισμένοι φρουροί τον κρατούν στα μπράτσα. Δεν χρειάζονται διαταγές· με μια ξαφνική ώθηση τον ρίχνουν στο κενό. Ένα απότομο ουρλιαχτό σκίζει τον αέρα καθώς το σώμα του καταδικασμένου εξαφανίζεται μέσα στη χαράδρα. Κανείς δεν θα αναζητήσει το κορμί του εκεί κάτω ανάμεσα στους βράχους – η πόλη δεν θα του χαρίσει ούτε τάφο ούτε δάκρυ. Ο κατακρημνισμός, όπως αποκαλούν αυτή την πτώση στο κενό, είναι η απόλυτη πράξη αποβολής του μιαρού στοιχείου από την κοινότητα. Είναι σαν η ίδια η γη να καταπίνει τον προδότη.

Για εγκλήματα πολιτικά και θρησκευτικά, για όσους πρόδωσαν την πατρίδα ή βέβηλωσαν τα ιερά, τέτοιος θάνατος ταιριάζει – ένα τέλος χωρίς τιμές, με τα σπασμένα κόκαλα να ταϊζουν τα όρνεα. Στην σκληρή λογική της πόλης, η ρίψη στον γκρεμό καθαρίζει το σώμα της κοινωνίας από τη μόλυνση της προδοσίας, χωρίς να λερώσει τα χέρια κανενός με αίμα. Ο άνεμος που σφυρίζει στο φαράγγι είναι το μόνο μοιρολόι που θα ακουστεί.

Στην καρδιά της αγοράς, το σκηνικό μιας εκτέλεσης παίρνει μια ακόμα πιο ζοφερή μορφή. Ένα βαρύ ξύλινο δοκάρι, γνωστό ως τύμπανον, έχει στηθεί όρθιο στο χώμα. Πάνω του είναι δεμένος σφιχτά ένας εγκληματίας καταδικασμένος για φοβερά κακουργήματα – ένας ληστής και φονιάς, λένε. Είναι γυμνός, εκτεθειμένος μπροστά στα μάτια όλων, και τα μέλη του είναι καθηλωμένα με σιδερένιους χαλκάδες. Ένας για το λαιμό, δυο για τους καρπούς, δυο για τους αστραγάλους, όλοι στερεωμένοι με καρφιά πάνω στο ξύλο. Ο άνδρας έχει γίνει ένα με τη σανίδα, σαν έντομο καρφιτσωμένο σε επιτοίχιο ξύλο. Το πρόσωπό του στάζει ιδρώτα και πανικό. Γύρω του, η φρουρά στέκει αυστηρή, εμποδίζοντας οποιονδήποτε να πλησιάσει – κανείς δεν θα του χαρίσει έναν εύκολο θάνατο. Ο αποτυμπανισμός μόλις ξεκίνησε. Το ξύλο σηκώνεται και στυλώνεται κατακόρυφα, και το σώμα του κατάδικου κρέμεται τώρα από τους δεσμούς του. Το κοινό παρακολουθεί καθηλωμένο. Η ανάσα του δύσμοιρου κόβεται∙ τα δεμένα του άκρα τον πνίγουν αργά καθώς γλιστρά ελαφρά προς τα κάτω.

Κάποιοι λένε ότι πριν ανασηκώσουν τη σανίδα, μαστίγωσαν τον κατάδικο – οι πληγές στην πλάτη του γυαλίζουν στο φως, επιβεβαιώνοντας τη φήμη. Ο χρόνος στον αποτυμπανισμό κυλά βασανιστικά αργά. Κάθε στιγμή που περνά, οι μύες κουράζονται, οι μεταλλικοί κρίκοι σφίγγουν σαν φίδια γύρω από τον λαιμό και τα άκρα. Ο θάνατος μπορεί να έρθει από ασφυξία, όταν ο λαιμός πια δεν αντέχει άλλο, ή από την ανελέητη δίψα και εξάντληση αν παραταθεί το μαρτύριο ώρες ή μέρες. Στο πρόσωπο του κατάδικου ζωγραφίζεται ο τρόμος∙ γνωρίζει ότι αυτή η τιμωρία δεν είναι μόνο για να δώσει τέρμα στη ζωή του, αλλά και ένα μάθημα φρίκης σε όσους βλέπουν. Η μορφή του δεμένου σώματος, ορθωμένη σαν αποτρόπαιο λάβαρο, είναι μια προειδοποίηση που υψώνεται στο κέντρο της πόλης: έτσι θα πεθάνει όποιος διαπράξει ανάλογα εγκλήματα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, κάποιοι από το πλήθος –ίσως οι ίδιες οι οικογένειες των θυμάτων– αρχίζουν να πετούν πέτρες προς τον μελλοθάνατο. Πέτρα στην πέτρα, τα χτυπήματα θρυμματίζουν κόκαλα και σάρκα. Ο δεμένος άνδρας ουρλιάζει, μα η κραυγή του πνίγεται πίσω από τα δόντια του καθώς μια πέτρα βρίσκει το σαγόνι του. Το αίμα επιτέλους ρέει, βάφει το ξύλο κόκκινο, μα τώρα δεν θεωρείται αμάρτημα: δεν το έχυσε χέρι δημίου, αλλά η ίδια η οργή του λαού. Όταν όλα τελειώσουν, το άψυχο σώμα –σύνθλιμμα οστών και σάρκας– θα παραμείνει δεμένο εκεί έως ότου βεβαιωθούν ότι η ψυχή του δεν θα γυρίσει. Κανείς θεός δεν θα παραλάβει έναν τόσο ατιμασμένο νεκρό∙ πιθανότατα αργότερα θα τον κατεβάσουν και θα ρίξουν το κουφάρι του σαν σκουπίδι στο Βάραθρο, δίχως ταφή, δίχως μνημόσυνο.

Μερικές φορές, η οργή ξεχειλίζει συλλογικά και ο θάνατος του εγκληματία γίνεται υπόθεση όλου του λαού. Σε ένα σκονισμένο σταυροδρόμι ενός χωριού, ένας άνδρας που βεβήλωσε έναν ναό στέκεται κυκλωμένος από τους κατοίκους. Δεν χρειάζεται επίσημη απόφαση τώρα – ο ίδιος ο όχλος έχει γίνει δικαστής, ένορκος και εκτελεστής μαζί. Κάποιος φωνάζει, κάποιος άλλος πετά την πρώτη πέτρα. Σε μια στιγμή, δέκα, είκοσι, πενήντα πέτρες γεμίζουν τον αέρα και χτυπούν το καταδικασμένο κορμί από όλες τις μεριές. Ο λιθοβολισμός έχει ξεκινήσει. Ο άνθρωπος στο κέντρο προσπαθεί μάταια να προστατευθεί με τα χέρια του, όμως το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο και σκληρό. Η βροχή των λίθων συνεχίζεται μέχρι που ο στόχος σωριάζεται ακίνητος στο χώμα.

Σταδιακά, οι φωνές κοπάζουν∙ τη θέση τους παίρνει ένα βουβό αίσθημα – ίσως τρόμος, ίσως κάθαρση. Γύρω από το πτώμα έχει σχηματιστεί ένας σωρός από πέτρες. Οι χωρικοί γυρίζουν σιωπηλοί στα σπίτια τους, αφήνοντας πίσω αυτό το πρόχειρο «μνήμα» από πέτρες, σύμβολο της οργής και της δικαιοσύνης τους. Ο λιθοβολισμός, αν και παλιά συνήθης τιμωρία, με τον καιρό αποκηρύχθηκε από τις πόλεις ως επίσημη ποινή – θεωρήθηκε ίσως πολύ άτακτος και αιματηρός για τα πολιτισμένα μέτρα τους. Μα στα απομακρυσμένα μέρη, ή όταν το έγκλημα πυροδοτούσε το δημόσιο αίσθημα, η κοινότητα έπαιρνε το νόμο στα χέρια της. Κάθε πέτρα που έβρισκε στόχο ήταν και μια δήλωση συλλογικής κατακραυγής. Εδώ το αίμα χύθηκε άφθονο∙ μόνο που κύλησε μαζί με την οργή του συνόλου, ποτίζοντας το χώμα σαν προσφορά στους θεούς της Δίκης.

Αξιοσημείωτο είναι πως, σε αντίθεση με άλλους λαούς, οι Έλληνες απέφευγαν επιδεικτικά κάποιες μορφές εκτέλεσης. Ο αποκεφαλισμός με σπαθί ή τσεκούρι, και ο απαγχονισμός με θηλιά – πρακτικές γρήγορες αλλά βίαιες – σπάνια εφαρμόζονταν στην ελληνική γη. Τέτοιοι τρόποι θεωρούνταν βάρβαροι, ανάξιοι μιας κοινωνίας που, τουλάχιστον στα μάτια της, διέφερε από Ανατολίτες τυράννους. Για τους Έλληνες, το να στηθεί ένα δημόσιο θέαμα όπου ένα κεφάλι κυλάει ή ένα σώμα κρεμιέται από σκοινί, ήταν κάτι το αποτρόπαιο και μιαροσκότεινο.

Προτιμότερη ήταν η σιωπηλή δηλητηρίαση ή η απόμακρη πτώση στο χάος, που άφηναν το χώμα της πατρίδας αγνό από ανθρώπινο αίμα. Υπήρχαν όμως και στιγμές που η ίδια η ελληνική πραγματικότητα ξέφευγε από αυτόν τον άγραφο κανόνα επιείκειας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αγριότητα πήρε τον πρώτο ρόλο, θυμίζοντας σε όλους ότι η βία δεν γνωρίζει πατρίδα.

Στον Ακράγαντα της Σικελίας, αιώνες πριν, ο τύραννος Φάλαρις έμεινε διαβόητος για την φρικιαστική πατέντα με την οποία τιμωρούσε τους εχθρούς του. Ένας κοίλος χάλκινος ταύρος κατασκευάστηκε κατ’ εντολήν του – ένα αδρανές άγαλμα απ’ έξω, μα ένα κούφιο κλουβί θανάτου από μέσα. Όταν ο Φάλαρις είχε στα χέρια του κάποιον που ήθελε να εξοντώσει παραδειγματικά, διέταζε να τον κλείσουν μέσα στον μεταλλικό ταύρο και άναβε φωτιά από κάτω του. Οι φλόγες θέρμαιναν αργά το μπρούντζινο σώμα του ζώου, μετατρέποντάς το σε φούρνο.

Ο εγκλωβισμένος άνθρωπος ούρλιαζε από τον αβάσταχτο πόνο καθώς το μέταλλο έκαιγε τη σάρκα του – και τα ουρλιαχτά, διαφεύγοντας από ειδικά ακροφύσια, ακούγονταν παραμορφωμένα σαν βουητά ταύρου που μουγκρίζει. Το θέαμα –και το άκουσμα– θα πρέπει να ήταν ένας εφιάλτης ζωντανός. Ο “Χάλκινος Ταύρος” του Φάλαρι, όπως έμεινε γνωστός, συμβολίζει την πιο σκοτεινή όψη της εξουσίας: όταν η δικαιοσύνη ξεπερνιέται από την εκδίκηση και την παράνοια, ο θάνατος γίνεται βασανιστικό θέαμα για την ικανοποίηση ενός ανθρώπου. Και όμως, αυτή η ιστορία ανήκει κι αυτή στον κόσμο των Ελλήνων – μια προειδοποίηση πως ακόμα και εκείνοι που απέφευγαν το αίμα, μπορούσαν να επιδοθούν στις πιο αποτρόπαιες πρακτικές, αν η δίψα για εξουσία το καλούσε.

Δεν είναι η μόνη εξαίρεση. Στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πολύ μετά την κλασική εποχή, η ελληνική οικουμένη είχε απλωθεί ως την Ασία – και μαζί της ήρθαν νέες επιρροές και σκληρότερα ήθη. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος, σε μια έκρηξη οδύνης και θυμού όταν ο στενός του φίλος Ηφαιστίων πέθανε, διέταξε να σταυρωθεί ο γιατρός που θεώρησε υπεύθυνο για την απώλεια. Η σταύρωση –αυτή η μαρτυρική κάρφωση σε ξύλο, μέχρι τότε γνωστή κυρίως από πρακτικές Περσών και άλλων “βαρβάρων”– έκανε έτσι την εμφάνισή της και σε ελληνικά χέρια. Στην όχθη του Ευφράτη, η μορφή ενός ανθρώπου καρφωμένου πάνω σε ξύλινο σταυρό, που αργοπέθαινε κάτω από τον ανελέητο ήλιο, σημάδεψε μια στιγμή όπου το ελληνικό ιδεώδες λύγισε μπροστά στο πάθος ενός βασιλιά. Η πράξη αυτή, όσο κι αν φαντάζει ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα, δείχνει πως η εσχάτη των ποινών μπορούσε να πάρει οποιαδήποτε μορφή όταν οι περιστάσεις το “επέβαλαν”.

Καθώς η νύχτα σκεπάζει την αρχαία πόλη, η τελευταία πνοή του εκτελεσμένου έχει προ πολλού σβήσει στον αέρα. Είτε με δηλητήριο ήρεμο σαν τον ύπνο, είτε με πτώση βίαιη στο κενό, είτε δεμένος σε ξύλο σαν μακάβριο τρόπαιο, ο καταδικασμένος έχει πληρώσει το τίμημα των πράξεών του. Γύρω του η ζωή συνεχίζεται: οι δικαστές, ο δήμιος, ο όχλος – όλοι επιστρέφουν στις εστίες τους, κουβαλώντας όμως μέσα τους την ανάμνηση της φρικτής σκηνής. Στην κοινωνία της εποχής, αυτές οι εκτελέσεις δεν ήταν απλώς τιμωρίες, αλλά συμβολικές πράξεις με βαθύ αντίκτυπο. Ήταν μακάβριες παραστάσεις που στόχευαν στην κάθαρση και την παραδειγματική διδασκαλία.

Κάθε τρόπος θανάτωσης κουβαλούσε τον δικό του συμβολισμό: το κώνειο πρόσφερε έναν ήσυχο θάνατο στους πολίτες, αφήνοντας το σώμα άθικτο και την πόλη αμόλυντη∙ ο γκρεμός εξαφάνιζε τον προδότη, απομακρύνοντας το μίασμα από την κοινότητα∙ το τύμπανο εξέθετε τον κακούργο σε κοινή θέα, μετατρέποντας τον θάνατό του σε δημόσιο δίδαγμα∙ και ο λιθοβολισμός ένωνε την κοινωνία σε μια πράξη ενωμένης οργής. Οι αρχαίοι θεατές αυτών των σκηνών βίωναν φόβο και δέος, μα ταυτόχρονα επιβεβαίωναν σιωπηρά τις αξίες που κρατούσαν δεμένη την πόλη τους. Έτσι, κάθε εκτέλεση γινόταν ένας καθρέφτης της ίδιας της κοινωνίας: της ανάγκης της για τάξη και δικαιοσύνη, αλλά και της λεπτής γραμμής που χώριζε τον πολιτισμό από τη βαρβαρότητα. Η αυλαία πέφτει χωρίς επίλογο – μόνο η ανατριχίλα μένει να πλανάται στον αέρα, υπενθυμίζοντας σε όλους πως η Δίκη, στην αρχαία Ελλάδα, μπορούσε να είναι τόσο μεγαλοπρεπής όσο και αδυσώπητη.

Εγγραφείτε στα Σελίδα του του Sportime στην πλατφόρμα των Google news για άμεση κι έγκυρη ενημέρωση.
Must Read: Τον πούλησαν σκλάβο στα 13. Γύρισε και έχτισε τη λαμπρότερη πόλη της Ελλάδας

Τον πούλησαν σκλάβο στα 13. Γύρισε και έχτισε τη λαμπρότερη πόλη της Ελλάδας

Πουλήθηκε στα 13 του σε σκλαβοπάζαρο και επέστρεψε για να γράψει ιστορία. Η ζωή του Αμβρόσιου Δαμαλά είναι μια πραγματική ελληνική εποποιία.

Must Read
Must Read: Τους κλείδωσαν για 3 χρόνια και τους έδιναν μόνο ψωμί και νερό μέχρι να βγάλουν Πάπα

Τους κλείδωσαν για 3 χρόνια και τους έδιναν μόνο ψωμί και νερό μέχρι να βγάλουν Πάπα

Στο κονκλάβιο της Βιτέρμπο, οι καρδινάλιοι κλειδώθηκαν σχεδόν τρία χρόνια με ψωμί και νερό, μέχρι να εκλέξουν τον νέο Πάπα.

Must Read
Must Read: Η μυστηριώδης βασίλισσα που εξορίστηκε, πέθανε από τη θλίψη στην Κάρπαθο και χάθηκε απ’ την ιστορία

Η μυστηριώδης βασίλισσα που εξορίστηκε, πέθανε από τη θλίψη στην Κάρπαθο και χάθηκε απ’ την ιστορία

Ένα μικρό νησί του Αιγαίου κρύβει τη μνήμη μιας βασίλισσας που εξορίστηκε, πέθανε από θλίψη και χάθηκε από τα βιβλία της Ιστορίας – αλλά όχι από τις καρδιές των νησιωτών.

Must Read
Must Read: Στην Ελλάδα ζούσαν μικροσκοπικοί ελέφαντες. Ο τελευταίος πέθανε στη Τήλο.

Στην Ελλάδα ζούσαν μικροσκοπικοί ελέφαντες. Ο τελευταίος πέθανε στη Τήλο.

Στην Τήλο έζησαν οι τελευταίοι νάνοι ελέφαντες της Ελλάδας. Μια ιστορία που μοιάζει βγαλμένη από παραμύθι.

Must Read
Must Read: Πήγε να κηρύξει τον Χριστό στην Ινδία και τον σκότωσαν επειδή βάφτισε τη βασίλισσα

Πήγε να κηρύξει τον Χριστό στην Ινδία και τον σκότωσαν επειδή βάφτισε τη βασίλισσα

Από την αμφιβολία ως το μαρτύριο: ο Απόστολος Θωμάς βάφτισε τη βασίλισσα της Ινδίας και πλήρωσε το τίμημα με το αίμα του.

Must Read
Must Read: Χρωστάει την ύπαρξή του στον Μουσολίνι. Πώς γεννήθηκε το Βατικανό το 1929

Χρωστάει την ύπαρξή του στον Μουσολίνι. Πώς γεννήθηκε το Βατικανό το 1929

Μέχρι το 1929, το Βατικανό δεν υπήρχε. Πώς ο Μουσολίνι και οι Λατερανές Συνθήκες γέννησαν το κράτος που άλλαξε την ιστορία.

Must Read
Must Read: Ο Έλληνας που ταξίδεψε για να γίνει δικηγόρος αλλά κατέληξε να γράφει τραγούδια για τη Μπαρντό και τον Γκενσμπούρ στο Παρίσι

Ο Έλληνας που ταξίδεψε για να γίνει δικηγόρος αλλά κατέληξε να γράφει τραγούδια για τη Μπαρντό και τον Γκενσμπούρ στο Παρίσι

Γιάννης Σπανός: ο άνθρωπος που πήγε να σπουδάσει νομικά και κατέληξε να αλλάξει για πάντα το ελληνικό τραγούδι, έχοντας ήδη γράψει για τα μεγαλύτερα αστέρια του Παρισιού.

Must Read
Must Read: Ποια ζώα θα ήταν ικανά να κάνουν επανάσταση εναντίον των ανθρώπων και να κερδίσουν;

Ποια ζώα θα ήταν ικανά να κάνουν επανάσταση εναντίον των ανθρώπων και να κερδίσουν;

Σε έναν υποθετικό κόσμο όπου τα ζώα επαναστατούν, κάποια είδη θα μπορούσαν να συντρίψουν τους ανθρώπους

Must Read
Must Read: Ήταν Στρατάρχης, αλλά τον κρέμασαν σαν κοινό εγκληματία. Χρειάστηκαν 24 λεπτά γιατί το σκοινί δεν έσπαγε σωστά.

Ήταν Στρατάρχης, αλλά τον κρέμασαν σαν κοινό εγκληματία. Χρειάστηκαν 24 λεπτά γιατί το σκοινί δεν έσπαγε σωστά.

Ήταν στρατάρχης της Βέρμαχτ και το δεξί χέρι του Χίτλερ. Τον κρέμασαν σαν εγκληματία και η εκτέλεσή του διήρκεσε 24 λεπτά.

Must Read