Πώς φτιάχναμε βιβλία πριν ο Γουτεμβέργιος φτιάξει την τυπογραφία;
Πριν τον Γουτεμβέργιο, κάθε βιβλίο ήταν ένα αριστούργημα χειροποίητης τέχνης
Φαντάσου έναν κόσμο χωρίς τυπογραφία. Χωρίς βιβλιοπωλεία, χωρίς εφημερίδες, χωρίς στοίβες από βιβλία σε παλιά ράφια που μυρίζουν μελάνι και χαρτί. Έναν κόσμο όπου κάθε βιβλίο είναι ένα μοναδικό έργο τέχνης, χειροποίητο, που χρειάζεται μήνες – ή και χρόνια – για να ολοκληρωθεί. Πριν από τον 15ο αιώνα, όταν ο Ιωάννης Γουτεμβέργιος άλλαξε την ιστορία της γνώσης με την τυπογραφία του, τα βιβλία ήταν σπάνια και πανάκριβα.
Για αιώνες, η γνώση περνούσε από χέρι σε χέρι μέσα από περγαμηνές και χειρόγραφα κείμενα. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τον πάπυρο, ένα εύκαμπτο αλλά ευαίσθητο υλικό, κατασκευασμένο από τα καλάμια του Νείλου. Ήταν ελαφρύ, αλλά δεν άντεχε στον χρόνο. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι έγραφαν σε κερωμένες πινακίδες και περγαμηνές φτιαγμένες από δέρματα ζώων. Μπορεί να ακούγεται πρωτόγονο, αλλά μερικά από αυτά τα χειρόγραφα έχουν επιβιώσει μέχρι και σήμερα, κρύβοντας μυστικά χιλιάδων ετών.
Αλλά το πραγματικό αριστούργημα της προ-τυπογραφικής εποχής ήταν τα μεσαιωνικά χειρόγραφα. Σε μοναστήρια σκαρφαλωμένα σε απόκρημνα βράχια, σε μικροσκοπικά δωμάτια που φωτίζονταν μόνο από το φως των κεριών, οι μοναχοί-γραφείς (οι λεγόμενοι “γραμματείς”) περνούσαν τη ζωή τους αντιγράφοντας ιερά κείμενα, φιλοσοφικά έργα και κλασική λογοτεχνία. Χρησιμοποιούσαν ακριβά μελάνια, διακοσμούσαν τις σελίδες με χρυσό και τις ζωγράφιζαν με μικρογραφίες που έμοιαζαν με μικρούς πίνακες ζωγραφικής. Αυτά τα βιβλία ήταν τόσο πολύτιμα, που πολλές φορές αλυσοδένονταν στα τραπέζια των μοναστηριών για να μη χαθούν ή κλαπούν.
Η διαδικασία ήταν εξαντλητική. Ο γραφέας χάραζε τις γραμμές πάνω στην περγαμηνή με μια λεπίδα, ώστε το κείμενο να είναι ομοιόμορφο. Έπειτα έγραφε με φτερό χήνας και μελάνι που έφτιαχνε από κονιορτοποιημένα έντομα, κάρβουνο ή μεταλλικά άλατα. Ένα λάθος μπορούσε να σημαίνει ώρες χαμένης δουλειάς, αφού δεν υπήρχε “Undo” στην περγαμηνή.
Τα βιβλία της εποχής ήταν σύμβολα δύναμης. Οι βασιλείς και οι ευγενείς τα παρήγγελναν ως σημάδια πλούτου και σοφίας. Οι επιστήμονες και οι αλχημιστές τα φύλαγαν ως θησαυρούς της γνώσης. Και οι φιλόσοφοι της εποχής, από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Αυγουστίνο, ήξεραν ότι ένα μόνο χειρόγραφο μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο που οι άνθρωποι κατανοούν τον κόσμο.
Και μετά ήρθε ο Γουτεμβέργιος. Με την εφεύρεση της τυπογραφίας, τα βιβλία έπαψαν να είναι προνόμιο των λίγων. Η γνώση έγινε προσιτή, η πληροφορία άρχισε να ταξιδεύει και ο κόσμος άλλαξε για πάντα. Αλλά μέχρι τότε, κάθε βιβλίο ήταν ένα μικρό θαύμα, γεννημένο από υπομονή, δεξιοτεχνία και αφοσίωση – ένα έργο τέχνης που μπορούσε να πάρει χρόνια για να ολοκληρωθεί.