Πούλησε την ελευθερία της για να γίνει βασίλισσα. Και πέθανε μόνη, σε ένα κάστρο που δεν ήταν πια του άντρα της.
Αρνήθηκε τα χρυσά και ζήτησε στέμμα. Έγινε βασίλισσα του Πόντου. Αλλά όταν ο άντρας της έφυγε, εκείνη έμεινε πίσω. Και την εκτέλεσαν.
Όταν ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ του Πόντου μπήκε θριαμβευτής στη Μίλητο το 88 π.Χ., είχε μόλις ξεκινήσει τον πόλεμο του εναντίον της Ρώμης. Στην αρχή φάνταζε ως απελευθερωτής των Ελλήνων της Ασίας. Στο βλέμμα του, όμως, είχε ήδη καρφωθεί μια γυναίκα. Η Μονίμη. Μια Ελληνομάκαινα με εντυπωσιακή ομορφιά και καθαρό μυαλό. Δεν ήταν απλώς όμορφη. Ήταν περήφανη. Και δεν δεχόταν να γίνει παλλακίδα. Ή θα γινόταν βασίλισσα, ή τίποτα.
Ο πατέρας της, ο Φιλοποίμην, επιφανής πολίτης της Καρίας, δέχτηκε την προσφορά του βασιλιά: 1.500 χρυσά νομίσματα. Η Μονίμη όχι. Του είπε ότι δεν θα δεχόταν να γίνει ένα ακόμα στολίδι σε χαρέμι. Αν ήθελε να την έχει, έπρεπε να της δώσει στέμμα. Να τη ντύσει βασίλισσα, να τη σεβαστεί ως ίση. Ο Μιθριδάτης εντυπωσιάστηκε. Δεν είχε ξανασυναντήσει τέτοια γυναίκα. Της φόρεσε διάδημα από χρυσό και πορφύρα και τη νύχτα εκείνη, στη Σινώπη, έγινε ο γάμος.
Η Μονίμη έγινε η δεύτερη σύζυγός του. Γέννησε μια κόρη, την Αθηναΐδα, που αργότερα θα παντρευόταν βασιλιά της Καππαδοκίας. Η Μονίμη είχε εξουσία. Όχι τυπική, μα πραγματική. Ο Μιθριδάτης άκουγε τη γνώμη της. Της είχε εμπιστοσύνη. Ή ίσως απλώς ήταν ακόμα γοητευμένος. Για λίγο.
Ο Μιθριδάτης δεν ήταν συνηθισμένος βασιλιάς. Μιλούσε δεκάδες γλώσσες, χρησιμοποιούσε δηλητήρια καθημερινά, κοιμόταν σε διαφορετικό παλάτι κάθε νύχτα, και είχε περισσότερες από 20 παλλακίδες και ικανούς γιους που τον περίμεναν να πεθάνει. Ή να τον σκοτώσουν. Η Μονίμη σύντομα κατάλαβε ότι αυτό το στέμμα ήταν κλουβί. Οι άνθρωποι της Μιλήτου την έβλεπαν πια σαν ξένη. Η αυλή του Πόντου την απέρριπτε ως «κατάκτηση». Ο άντρας της είχε πάψει να την κοιτά.
Όταν η Ρώμη αντεπιτέθηκε, η αυτοκρατορία του Μιθριδάτη άρχισε να καταρρέει. Τα παλάτια και οι πόλεις του έπεφταν ένα ένα. Στο τέλος, εκείνος το έσκασε προς την Αρμενία. Εκείνη όχι. Έμεινε πίσω. Στη Φαρνάκεια. Κλειδωμένη σε έναν πύργο που κάποτε της ανήκε. Το 72 π.Χ., οι Ρωμαίοι την εκτέλεσαν. Ίσως με δηλητήριο. Ίσως δια της βίας. Δεν ήταν πια βασίλισσα. Ήταν απλώς μια γυναίκα που είχε διαλέξει να δώσει την ελευθερία της για να αποκτήσει εξουσία. Και στο τέλος δεν της έμεινε τίποτα.
Η αλληλογραφία της βρέθηκε στα χέρια του Πομπήιου. Γράμματα που μαρτυρούσαν πάθος, απογοήτευση, ίσως και προδοσία. Ο Ρακίνας την έκανε ηρωίδα σε τραγωδία του. Ο Στίβεν Σέιλορ τη μεταμόρφωσε σε μυθιστορηματική φιγούρα. Αλλά στην Ιστορία, η Μονίμη έμεινε ως μια Ελληνίδα που αρνήθηκε να ζήσει χωρίς τιμή. Κι ας της κόστισε το ίδιο της το όνομα.