Πώς να φτιάξεις τον τέλειο μουσακά και να μπεις στο μάτι της πεθεράς
Όλοι ξέρουμε πως υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων: αυτοί που λατρεύουν να μαγειρεύουν και αυτοί που λατρεύουν να τρώνε. Αν ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία, σταμάτα να διαβάζεις τώρα. Αν, όμως, έχεις αποφασίσει να μπεις στην κουζίνα και να φτιάξεις τον απόλυτο μουσακά, το ελληνικό έπος της γαστρονομίας, ετοιμάσου. Θα χρειαστείς υπομονή, ακρίβεια και μια ατσάλινη ψυχραιμία,...
Όλοι ξέρουμε πως υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων: αυτοί που λατρεύουν να μαγειρεύουν και αυτοί που λατρεύουν να τρώνε. Αν ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία, σταμάτα να διαβάζεις τώρα. Αν, όμως, έχεις αποφασίσει να μπεις στην κουζίνα και να φτιάξεις τον απόλυτο μουσακά, το ελληνικό έπος της γαστρονομίας, ετοιμάσου. Θα χρειαστείς υπομονή, ακρίβεια και μια ατσάλινη ψυχραιμία, γιατί αυτό το ταξίδι δεν είναι για τους αδύναμους.
Η αρχή είναι απλή: πατάτες, μελιτζάνες, κιμάς, μπεσαμέλ. Αλλά αυτό είναι απλώς το εξώφυλλο του βιβλίου, γιατί το πραγματικό μαγείρεμα ξεκινά όταν συνειδητοποιήσεις ότι πρέπει να περάσεις ώρες στην κουζίνα, τηγανίζοντας, ανακατεύοντας και προσπαθώντας να μην καταλήξεις με ένα χάος από καμένες μελιτζάνες και σβώλους στη μπεσαμέλ.
Πρώτα έρχονται οι μελιτζάνες. Δεν μπορείς απλά να τις κόψεις και να τις ρίξεις στο ταψί σαν κοινός θνητός. Όχι. Πρέπει να τις κόψεις σε φέτες, να τις αλατίσεις για να φύγει η πίκρα τους, να τις αφήσεις να ιδρώσουν (ναι, οι μελιτζάνες ιδρώνουν), να τις στραγγίξεις και μετά να τις τηγανίσεις μία-μία, γιατί αλλιώς δεν θα αποκτήσουν εκείνη τη θεϊκή υφή που κάνει τον μουσακά ξεχωριστό.
Μετά έρχεται ο κιμάς. Πρέπει να τον σωτάρεις με κρεμμύδι, να σβήσεις με κρασί, να προσθέσεις τομάτα, κανέλα, μπαχάρι και να τον αφήσεις να σιγοβράσει. Αν τον βιάσεις, θα έχεις ένα κιμά που μοιάζει περισσότερο με σάλτσα για μακαρόνια και όχι με το πλούσιο, αρωματικό υπόστρωμα που χρειάζεται ο μουσακάς.
Και μετά έρχεται η μπεσαμέλ. Η φάση όπου ακόμα και οι πιο έμπειροι μαγείρες χάνουν την ψυχραιμία τους. Ξεκινάς με βούτυρο και αλεύρι, ανακατεύεις ασταμάτητα και προσθέτεις το γάλα με ιεροτελεστία, προσεύχεσαι να μην σβολιάσει, προσθέτεις αυγά και μοσχοκάρυδο και ξαφνικά, αν κάτι πάει στραβά, έχεις ένα κομμάτι ζύμης αντί για βελούδινη κρέμα.
Αν, παρά τις πιθανότητες, φτάσεις μέχρι το τέλος, έρχεται η ιερή στιγμή του στησίματος: στρώση πατάτες, στρώση μελιτζάνες, κιμάς, άλλη μία στρώση λαχανικά, και τέλος, η μπεσαμέλ. Ψήνεις στους 180 βαθμούς μέχρι να πάρει χρυσαφένια κρούστα και μετά το πιο δύσκολο κομμάτι της συνταγής – να περιμένεις να κρυώσει πριν τον κόψεις.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Το πιθανότερο είναι πως, αν δεν είσαι έμπειρος, κάτι θα πάει στραβά. Ή η μπεσαμέλ θα μοιάζει με κακοφορμισμένο πουρέ, ή οι μελιτζάνες θα έχουν απορροφήσει τόσο λάδι που ο μουσακάς θα μπορούσε να κινήσει οικονομία πετρελαίου. Αν προσπαθείς να εντυπωσιάσεις την πεθερά σου, σκέψου το εξής: θέλει πραγματικά να δει ότι έφτιαξες κάτι με τα χεράκια σου ή προτιμά ένα τέλειο αποτέλεσμα;
Γι’ αυτό, αντί να ιδρώσεις για έξι ώρες και να κινδυνεύσεις με νευρικό κλονισμό, πάρε το κινητό σου, άνοιξε την εφαρμογή και παρήγγειλε έναν επαγγελματικά εκτελεσμένο μουσακά και πες ότι τον έφτιαξες εσύ. Μερικές φορές, η εξυπνάδα είναι καλύτερη από τις ικανότητες στην κουζίνα.