Eurofighter και Αιγαίο: Ανατροπή ισορροπιών ή γεωπολιτική ισχυροποίηση της Τουρκίας;
Η παρουσία Rafale και πιθανών F-35 στην ελληνική ΠΑ τι σημαίνει πλέον.
Η αγορά Eurofighter από την Τουρκία ενισχύει την τουρκική αεροπορική ισχύ, επηρεάζοντας στρατηγικά το ισοζύγιο στο Αιγαίο.
Η Τουρκία υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με το Ηνωμένο Βασίλειο για την ένταξη της στο πρόγραμμα Eurofighter Typhoon, αγοράζοντας 40 μαχητικά 4,5ης γενιάς. Τα Eurofighter διαθέτουν εξαιρετικές ικανότητες εναέριας υπεροχής, αισθητήρες υψηλής τεχνολογίας και τη δυνατότητα μελλοντικής αναβάθμισης σε τεχνολογίες stealth, κάτι που προκαλεί ανησυχία για τις ισορροπίες με την Ελλάδα.
Η Ελλάδα ήδη διαθέτει Rafale F3R, τα οποία θεωρούνται ανώτερα σε τεχνολογία ραντάρ και ηλεκτρονικού πολέμου, και έχει ήδη ξεκινήσει την ενίσχυση του στόλου των F-16 με αναβάθμιση σε επίπεδο Viper. Επιπλέον, βρίσκεται σε διαδικασία απόκτησης F-35, μαχητικών 5ης γενιάς που προσφέρουν πλεονέκτημα αορατότητας και ολοκληρωμένης διασύνδεσης μάχης.
Αν και τα Eurofighter δεν φτάνουν τις δυνατότητες των F-35, είναι εφάμιλλα ή ανώτερα των F-16, δίνοντας στην Τουρκία τη δυνατότητα να καλύψει το τεχνολογικό κενό που έχει δημιουργηθεί από την αποπομπή της από το πρόγραμμα JSF.
Η παρουσία Rafale και πιθανών F-35 στην ελληνική ΠΑ όμως διατηρεί ποιοτικό προβάδισμα, τουλάχιστον μέχρι την πλήρη επιχειρησιακή ένταξη των Eurofighter από τουρκικής πλευράς (που εκτιμάται το 2028–2030).
Τα Eurofighter, σε συνδυασμό με τα ήδη ενισχυμένα τουρκικά UAV, δημιουργούν ένα μεικτό επιχειρησιακό περιβάλλον πολλαπλών επιπέδων. Η τουρκική επιμονή σε αεροναυτικά μέσα υψηλής αυτονομίας και πολυ-ρόλων, εντάσσεται σε ένα σχέδιο αεροπορικής αυτονομίας και προβολής ισχύος, που αλλάζει την ισορροπία αποτροπής στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η αγορά Eurofighter από την Τουρκία ενισχύει τη συνολική ισχύ της τουρκικής ΠΑ μακροπρόθεσμα, όμως δεν ανατρέπει πλήρως το ισοζύγιο λόγω των ελληνικών Rafale και της προοπτικής F-35. Επιβάλλει βέβαια στην Ελλάδα να διατηρήσει υψηλούς ρυθμούς εξοπλιστικής εγρήγορσης, με παράλληλη ενίσχυση της αεράμυνας και της διαλειτουργικότητας μέσων.