«Αχ, το δόντι μου!» φώναξε ένα κορίτσι από τον πόνο. Τα πραγματικά χαστούκια στο «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο»
Ο Παπαγιαννόπουλος, ο Μακρής, ο Τσαγανέας. Όλοι έδωσαν αληθινά χαστούκια.
Η ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο» είναι μία από τις πιο αγαπημένες του ελληνικού κινηματογράφου. Αθώο χιούμορ, ρομάντζο, σχολική ατμόσφαιρα, τραγούδια του Χατζιδάκι και φυσικά… χαστούκια. Πολλά χαστούκια. Κι όμως, αυτά τα χαστούκια δεν ήταν απλώς κινηματογραφικά. Ήταν πραγματικά. Και τα σημάδια τους δεν έμειναν μόνο στην οθόνη, αλλά και στα μάγουλα.
Ο λόγος δεν ήταν κάποιο σκάνδαλο. Ήταν απλός και… πρακτικός. Οι συντελεστές ήθελαν το γύρισμα να τελειώσει γρήγορα. Τα ψεύτικα χαστούκια απαιτούσαν επαναλήψεις, σωστό timing, σωστή γωνία κάμερας και καλή ηθοποιία. Αντιθέτως, ένα καλό, αληθινό χαστούκι έδινε το πλάνο με την πρώτη. Ήταν “μία και έξω”.
Σύμφωνα με τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, που το διηγήθηκε χρόνια μετά σε συνέντευξή του στον Φρέντυ Γερμανό, υπήρξαν μαθήτριες-κομπάρσες που δέχτηκαν χαστούκια επί τόπου για τις ανάγκες της σκηνής. Σε μία περίπτωση, μια ψηλή ξανθιά προσφέρθηκε πρόθυμα, και μετά το χτύπημα φώναξε: «Αχ, το δόντι μου!». Το γύρισμα πάγωσε. Δεν ήταν υποκριτική – ήταν αληθινός πόνος. Όμως… το πλάνο ήταν καλό.
Συνολικά, στην ταινία δόθηκαν 17 πραγματικά χαστούκια. Ήταν μέρος του “ρεαλιστικού” ύφους της παραγωγής. Άλλωστε, το ίδιο το σενάριο έλεγε ότι οι καθηγητές “συνετίζουν” τις μαθήτριες με χαστούκι. Ο ρόλος απαιτούσε πειστικότητα. Κι εκείνη την εποχή, η πειστικότητα περνούσε από το μάγουλο.
Το γύρισμα έγινε με 300 κορίτσια ως κομπάρσες. Στην αρχή, όλες ενθουσιάστηκαν που συμμετείχαν. Μετά το πρώτο δυνατό “κραπ”, όμως, άρχισαν οι δεύτερες σκέψεις. Η κάμερα έπρεπε να είναι γρήγορη. Η πειθαρχία απόλυτη. Και η ανοχή στον πόνο… μέρος της δουλειάς.
Η σκηνή με τα χαστούκια δεν έμεινε μόνο στην ταινία. Έγινε μύθος, έμεινε σε συνεντεύξεις, μπήκε σε αφιερώματα. Όχι γιατί ήταν σκληρή. Αλλά γιατί ήταν αληθινή. Κυριολεκτικά.