Νόμιζε ότι βρήκε γλυκαντική ουσία, αλλά τελικά είχε βρει τη βιταμίνη C
Ονομάστηκε αρχικά “Ignose” και μετά “Godnose”. Κι όμως, ήταν η βιταμίνη C. Η άγνωστη αρχή της πιο γνωστής βιταμίνης στον κόσμο.
Το 1928, ένας Ούγγρος γιατρός και βιοχημικός, ο Άλμπερτ Σεντ-Γκιέργκι, δούλευε στο Κέιμπριτζ, μελετώντας μια άγνωστη μέχρι τότε ουσία που είχε απομονώσει από φρούτα και επινεφρίδια. Η σύστασή της του θύμιζε γλυκαντική ένωση, παρόμοια με κάποιον απλό ζάχαρο. Και επειδή δεν ήξερε ακόμα τι ακριβώς ήταν, τη βάφτισε με το πιο ειλικρινές όνομα που μπορούσε να σκεφτεί: “ignose”, από το λατινικό ignotus, δηλαδή «άγνωστος».
Η λέξη τελείωνε σε “-ose”, όπως όλες οι γλυκαντικές ενώσεις: γλυκόζη, φρουκτόζη, λακτόζη. Οι υπεύθυνοι του Biochemical Journal όμως δεν εκτίμησαν το χιούμορ του. Θεώρησαν το όνομα ακατάλληλο και του ζήτησαν να το αλλάξει. Ο Σεντ-Γκιέργκι τους απάντησε με δεύτερη πρόταση: “Godnose” — από την αγγλική φράση “God knows”, δηλαδή «μόνο ο Θεός ξέρει».
Και πάλι το όνομα απορρίφθηκε. Αναγκάστηκε τελικά να επιλέξει τον πιο βαρετό τίτλο: “hexuronic acid”, επειδή η ουσία περιείχε έξι άτομα άνθρακα. Ήταν χημικά ακριβές. Αλλά δεν έλεγε τίποτα για τη δύναμη που έκρυβε μέσα της.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, η επιστημονική κοινότητα ανακάλυψε την αλήθεια: αυτό που είχε απομονώσει ο Σεντ-Γκιέργκι δεν ήταν καν ζάχαρο. Ήταν η ίδια η βιταμίνη C — η ουσία που θα αποδεικνυόταν σωτήρια ενάντια στο σκορβούτο και θα γινόταν θεμέλιο της διατροφικής επιστήμης του 20ού αιώνα.
Το 1937, ο Σεντ-Γκιέργκι τιμήθηκε με το Νόμπελ Ιατρικής. Και η «άγνωστη γλυκαντική ουσία» έγινε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα γράμματα της διατροφής: C.