Ο οικοδόμος που πήγαινε κάθε μέρα σε ακροάσεις της Columbia για να γίνει τραγουδιστής αλλά συνέχεια τον απέρριπταν. Πού να ήξεραν.
Ο Γιάννης Πουλόπουλος πήγαινε κάθε μέρα στη Columbia για να γίνει τραγουδιστής, αλλά τον απέρριπταν ξανά και ξανά
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ένας νεαρός οικοδόμος από το Περιστέρι, με φωνή γεμάτη λαχτάρα και όνειρα, χτυπούσε καθημερινά την πόρτα της Columbia. Ήθελε μόνο μία ευκαιρία. Όμως η απάντηση ήταν πάντα η ίδια: «Δεν χρειάζεται, αγόρι μου». Δεν του έδιναν καν την ευκαιρία να τραγουδήσει. Και όμως, αυτός ο νέος, με τη φόρμα λερωμένη από τα ασβέστια της οικοδομής, ήταν ο Γιάννης Πουλόπουλος.
Το πρωί δούλευε με το πινέλο και το μυστρί, το βράδυ φοιτούσε σε νυχτερινή τεχνική σχολή για να γίνει ηλεκτρολόγος, και στο ενδιάμεσο έτρεχε στις οντισιόν. Δεν είχε γνωριμίες, δεν είχε μέσο, αλλά είχε φωνή. Και μία εσωτερική βεβαιότητα πως προοριζόταν για κάτι μεγαλύτερο. Εκείνη την εποχή, η Columbia είχε γεμίσει από νέους που ήθελαν να γίνουν τραγουδιστές. Ήταν τόσοι πολλοί, που η εταιρεία αποφάσισε να κάνει ένα μεγάλο ξεκαθάρισμα και να επιλέξει 50 άτομα μέσα από αυστηρές ακροάσεις.
Η κριτική επιτροπή ήταν ονειρική: Μίκης Θεοδωράκης, Απόστολος Καλδάρας, Βασίλης Τσιτσάνης και Γιάννης Παπαϊωάννου. Ο Πουλόπουλος ανέβηκε στη σκηνή και τραγούδησε δύο κομμάτια του Θεοδωράκη. Όταν τελείωσε, ο Μίκης σηκώθηκε και είπε: «Αυτόν εγώ θα τον κάνω τραγουδιστή». Ήταν ο μόνος που πέρασε. Ο μόνος που αναγνωρίστηκε.
Από εκείνη τη στιγμή, ο Πουλόπουλος άρχισε να γράφει ιστορία. Με τον Θεοδωράκη στο πλευρό του, μπήκε σε θεατρικές σκηνές, ερμήνευσε τραγούδια σε παραστάσεις του Καμπανέλλη, και σύντομα άρχισε να τραγουδά σε μπουάτ και να κυκλοφορεί δίσκους. Στον κινηματογράφο, στις συναυλίες, στα νυχτερινά κέντρα, παντού, οι άνθρωποι τον άκουγαν με κλειστά μάτια. Η φωνή του δεν ερμήνευε απλώς στίχους, κουβαλούσε μνήμη, έρωτα, απόγνωση, Ελλάδα.
Η αρχή του δεν είχε τίποτα από το παραμύθι που φτιάχνει η τύχη. Ήταν γεμάτη απόρριψη, ιδρώτα και πείσμα. Οι ίδιοι που δεν του άνοιγαν την πόρτα, τον είδαν λίγο αργότερα να σαρώνει τις πωλήσεις, να γίνεται ο ερμηνευτής του λαού και να κατακτά, μαζί με τον Πλέσσα, τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία όλων των εποχών, τον «Δρόμο».
Κι όμως, κάποτε τον έδιωχναν χωρίς καν να τον ακούσουν. Πού να ήξεραν.