Ο υπολογιστής που δεν ήξερε να κάνει διαίρεση. Και κόστισε μισό δισεκατομμύριο
Το Pentium είχε ένα κρυφό λάθος. Δεν μπορούσε να υπολογίσει σωστά κάποιες διαιρέσεις.
Το 1994, η Intel παρουσίασε το Pentium, τον πιο ισχυρό και φιλόδοξο επεξεργαστή που είχε κατασκευάσει μέχρι τότε. Ήταν η εποχή που οι προσωπικοί υπολογιστές άρχιζαν να μπαίνουν στα σπίτια και στα γραφεία. Το Pentium υποσχόταν ταχύτητα, ακρίβεια, επανάσταση. Μέχρι που έκανε μια διαίρεση λάθος.
Ο επεξεργαστής δεν μπορούσε να υπολογίσει σωστά συγκεκριμένες διαιρέσεις με δεκαδικούς αριθμούς. Ένα παράδειγμα που έγινε διάσημο ήταν το 4.195.835 δια 3.145.727, που αντί για ακριβές αποτέλεσμα, έδινε ένα λάθος με απόκλιση στο 5ο δεκαδικό ψηφίο. Για τους περισσότερους χρήστες αυτό ήταν αόρατο. Για τους επιστήμονες, όμως, ήταν καταστροφή.
Την ανακάλυψη έκανε ο Thomas Nicely, καθηγητής Μαθηματικών στη Βιρτζίνια, ο οποίος υπολόγιζε πρώτους αριθμούς με το νέο του Pentium. Οι αριθμοί του δεν ταίριαζαν με εκείνους που ήξερε. Επανέλαβε τα πειράματα με διαφορετικά μηχανήματα και επιβεβαίωσε: το Pentium είχε ελάττωμα στο υλικό. Δεν επρόκειτο για λάθος λογισμικού. Ήταν πρόβλημα στο ίδιο το chip.
Η Intel στην αρχή προσπάθησε να το υποβαθμίσει. Είπε ότι το πρόβλημα εμφανίζεται σπάνια και ότι δεν επηρεάζει τον μέσο χρήστη. Το κοινό όμως αντέδρασε. Η υπόθεση πήρε διαστάσεις μέσω του διαδικτύου — πολύ πριν υπάρξει Google ή social media. Πανεπιστήμια, προγραμματιστές και εταιρείες άσκησαν πίεση. Το σκάνδαλο φούντωσε.
Η Intel αναγκάστηκε να πάρει πίσω εκατοντάδες χιλιάδες επεξεργαστές και να τους αντικαταστήσει. Το κόστος της ανάκλησης ξεπέρασε τα 475 εκατομμύρια δολάρια. Ήταν ένα από τα πρώτα παραδείγματα μαζικής πίεσης από κοινότητες χρηστών και ερευνητών που οδήγησε μια τεχνολογική υπερδύναμη σε υποχώρηση.
Το bug έγινε γνωστό ως FDIV bug (Floating Point Division). Ήταν ένα τεχνικό λάθος στο lookup table του επεξεργαστή, αλλά αυτό δεν είχε σημασία για τον κόσμο. Η ουσία ήταν ότι ένας υπολογιστής —που υποτίθεται πως ήταν ακριβής— δεν ήξερε να κάνει διαίρεση. Και αυτό έγινε σύμβολο έλλειψης διαφάνειας στην τεχνολογία.
Η υπόθεση άλλαξε για πάντα την πολιτική δημοσιοποίησης σφαλμάτων. Οι εταιρείες από τότε οφείλουν να ερευνούν σοβαρά κάθε αναφορά bug, όσο μικρή κι αν φαίνεται. Και οι χρήστες έμαθαν πως ακόμα και το μικρότερο λάθος μπορεί να έχει τεράστιο κόστος.