Ο τυπογράφος που κράτησε ζωντανή την ελληνική γραφή στα Βαλκάνια, αλλά έμεινε στην αφάνεια
Ένας άγνωστος τυπογράφος από τα Γιάννενα έστησε ελληνικό τυπογραφείο στη Βενετία και κράτησε την ελληνική γλώσσα ζωντανή στα Βαλκάνια.
Στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν τα περισσότερα ελληνικά κείμενα κυκλοφορούσαν χειρόγραφα και τα Βαλκάνια βυθίζονταν στη γλωσσική σύγχυση και την Οθωμανική λογοκρισία, ένας άντρας από τα Γιάννενα έστησε τυπογραφείο όχι για να γίνει γνωστός, αλλά για να κυκλοφορούν οι λέξεις. Το όνομά του ήταν Δημήτριος Θεοδοσίου και η ιστορία του θάφτηκε ανάμεσα σε φύλλα χαρτιού.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα, σε οικογένεια εμπόρων που δραστηριοποιούνταν στη Βενετία. Εκεί βρέθηκε κι εκείνος, όχι όμως με σκοπό το εμπόριο, αλλά την τυπογραφία. Μαθητεύει κοντά στον Νικόλαο Γλυκύ και το 1745 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του τυπογραφείου του. Δεν του αρκεί όμως. Ιδρύει δικό του, σε εποχή που η Ελλάδα δεν είχε ούτε ένα ενεργό ελληνικό τυπογραφείο εντός της.
Η Γερουσία της Βενετίας του δίνει άδεια με έναν όρο: να τυπώνει και σλαβικά. Δεν ήξερε σλαβικά, αλλά δεν τον πτόησε. Έφτιαξε ένα τυπογραφείο που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της Ορθοδοξίας απ’ τη Βοσνία ως την Ουγγαρία, ενώ τύπωνε ελληνικά λειτουργικά βιβλία, ημερολόγια και εορτολόγια που φτάνουν σε μοναστήρια των Βαλκανίων.
Το πρώτο του βιβλίο ήταν η Βίβλος Ενιαύσιος, γεμάτη εκκλησιαστικές ακολουθίες. Δεν έμεινε εκεί. Έβαλε τον ανιψιό του, Πάνο, να μαθητεύσει δίπλα του, θέλοντας να κρατήσει ζωντανή την τέχνη. Ο Πάνος μπήκε στη Συντεχνία Βιβλιοπωλών ως κληρονόμος και ανέλαβε το έργο όταν ο Θεοδοσίου πέθανε το 1782.
Μέχρι τότε, η επιχείρηση είχε φτάσει στα όριά της. Ο Θεοδοσίου, που τυπωνε για μια ολόκληρη ήπειρο, αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες. Αναγκάστηκε να συνεργαστεί με Ιταλούς τεχνίτες και αργότερα ο ανιψιός του να συνεταιριστεί με άλλους λόγιους. Το όραμα κρατήθηκε λίγο ακόμα.
Ο Πάνος Θεοδοσίου εμπλούτισε τον οίκο με νέα γραμματοσειρά, βελτιωμένο εξοπλισμό και προσέλαβε τον Δοσίθεο Ομπράντοβιτς για να επιμελείται τις σλαβικές εκδόσεις. Ο Δοσίθεος ήταν ένας από τους σημαντικότερους μεταρρυθμιστές της Σερβίας. Οι δυο τους, ένας Έλληνας κι ένας Σλάβος, συνεργάζονται για να περάσουν τα σύνορα με βιβλία – την εποχή που κανείς άλλος δεν μπορούσε.
Το τυπογραφείο έσβησε γύρω στο 1820. Κανείς δεν έστησε άγαλμα. Κανείς δεν διδάσκει το όνομα του Θεοδοσίου. Όμως, όταν ανοίγεις μια παλιά ελληνική βίβλο σε μοναστήρι της Βουλγαρίας ή ένα εορτολόγιο στη Βλαχία, υπάρχει μια πιθανότητα να κρατάς στα χέρια σου κάτι που ξεκίνησε από τα Γιάννενα, πέρασε απ’ τη Βενετία, και έφτασε εκεί χάρη σε έναν άγνωστο τυπογράφο που δεν ζήτησε ποτέ τίποτα για αντάλλαγμα.