Παραλίγο Τζέιμς Μποντ. Ο Έλληνας ηθοποιός που έφτασε μια ανάσα από το Χόλιγουντ αλλά δεν το ήθελε
Ήταν η ευκαιρία της ζωής του, αλλά εκείνος είπε όχι. Ο Γιώργος Φούντας αρνήθηκε να γίνει Τζέιμς Μποντ
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, το όνομα του Γιώργου Φούντα ακουγόταν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Μετά το «Ποτέ την Κυριακή» και τον «Ζορμπά», το πρόσωπό του έγινε γνώριμο στις διεθνείς αίθουσες. Και τότε, έγινε κάτι που λίγοι φαντάζονταν: του πρότειναν να δοκιμαστεί για τον ρόλο του Τζέιμς Μποντ.
Η ιστορία αυτή μεταφέρθηκε προφορικά και από τον γιο του, Θύμιο Φούντα. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το σενάριο είχε φτάσει στα χέρια του. Η παραγωγή αναζητούσε έναν πιο μεσογειακό Μποντ, έναν άντρα με αγριάδα, βάθος και βλέμμα που δεν έκανε “acting” – απλώς το είχε. Ο Φούντας πληρούσε όλα αυτά, αλλά… δεν μπήκε ποτέ στο αεροπλάνο.
«Δεν είναι για μένα αυτά τα πράγματα», φέρεται να είπε σε συνέντευξη. Εκείνος που έπαιξε τον πιο τραχύ Έλληνα άντρα, αυτόν που σήκωνε μαχαίρι για την τιμή του, δεν ένιωθε άνετα να γίνει κατάσκοπος με σμόκιν. Προτιμούσε τα πλατό του Φίνου, τις λάσπες, τις ατάκες που τις πίστευε. Όχι τα χολιγουντιανά γυαλιστερά χαμόγελα.
Ήταν τότε που το Χόλιγουντ έψαχνε τον επόμενο Bond. Μετά τον Sean Connery, οι παραγωγοί ήθελαν μια ελαφρώς πιο σκοτεινή φιγούρα. Η επιτυχία των ελληνοαγγλόφωνων ταινιών του ’60 άνοιξε την πόρτα σε αρκετούς υποψήφιους. Ο Φούντας, όπως ειπώθηκε, απέρριψε την προοπτική χωρίς δεύτερη σκέψη.
Για κάποιον άλλον θα ήταν η ευκαιρία της ζωής του. Για τον Φούντα όμως, ήταν ένας ρόλος που δεν τον αφορούσε. Την ώρα που οι άλλοι ονειρεύονταν Κάννες, Όσκαρ και φήμη, εκείνος ήθελε απλώς να πει τις ατάκες του όπως τις ένιωθε, σε γλώσσα που καταλάβαινε. Να μείνει «ο Μίλτος», όχι ο Μποντ.
Η ατάκα «Φύγε Στέλλα, κρατάω μαχαίρι» έμεινε στην ιστορία. Όχι γιατί ειπώθηκε στα αγγλικά, αλλά γιατί ήταν αυθεντική. Αν είχε δεχτεί, ίσως σήμερα να λέγαμε ότι ο πρώτος Έλληνας στο Χόλιγουντ ήταν εκείνος. Μα εκείνος δεν ήθελε. Και αυτό τον έκανε ακόμα μεγαλύτερο.