Πέθανε με 5 δισεκατομμύρια, άφησε τον μπάτλερ της διαχειριστή και όλοι πίστεψαν ότι τη δολοφόνησε
Πέθανε με 5 δισεκατομμύρια, αλλά αυτό που έμεινε ήταν ένα μυστήριο. Η Doris Duke άφησε τα πάντα στον μπάτλερ της
Όταν η Doris Duke πέθανε το 1993, σε ηλικία 80 ετών, δεν άφησε πίσω της απλώς μια κολοσσιαία περιουσία. Άφησε και ένα μυστήριο. Η κληρονόμος της αυτοκρατορίας του καπνού, με περιουσία που άγγιζε τα πέντε δισεκατομμύρια δολάρια σε σημερινά χρήματα, επέλεξε ως κύριο διαχειριστή της διαθήκης της όχι δικηγόρο, τραπεζίτη ή μέλος της οικογένειάς της, αλλά τον μπάτλερ της. Έναν άνθρωπο που λίγα χρόνια νωρίτερα ήταν σερβιτόρος στο Λας Βέγκας.
Ο Bernard Lafferty, Ιρλανδός με παρελθόν στον χώρο των υπηρεσιών, είχε μπει στη ζωή της Duke σχεδόν από το πουθενά. Κέρδισε την εμπιστοσύνη της, έγινε ο άνθρωπος που της έφερνε το πρωινό, που της κρατούσε συντροφιά στα ταξίδια και που σύντομα ήλεγχε το τηλέφωνο, το σπίτι και τελικά… την ίδια τη διαθήκη. Όταν η Duke πέθανε από πνευμονικό οίδημα, ο Lafferty είχε ήδη γίνει πανίσχυρος. Ήταν ο άνθρωπος που αποφάσισε να αποτεφρωθεί η σορός της και να διασκορπιστούν οι στάχτες της στον Ειρηνικό. Είχε στα χέρια του τα πάντα.
Αν και δεν απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι η Duke ίσως δεν πέθανε τόσο φυσικά όσο αναφέρθηκε. Ο Lafferty ήταν αυτός που είχε φέρει τον γιατρό της –λίγο πριν τον θάνατο της– και τον είχε διορίσει προσωπικό της ιατρό. Αυτό προσέφερε ασυλία στις συνομιλίες τους. Αλλά το πιο ανησυχητικό ήταν πως η Duke είχε αλλάξει τη διαθήκη της λίγες μέρες μετά το δεύτερο εγχείρημα στο γόνατο, όταν βρισκόταν σε καταστολή και δεν μπορούσε καν να μιλήσει καθαρά.
Η νοσοκόμα της, Tammy Payette, δήλωσε ανοιχτά ότι είχε δει τον Lafferty και έναν γιατρό να της χορηγούν μορφίνη και ντεμερόλη χωρίς λόγο. Ο ισχυρισμός της ήταν απλός και τρομακτικός: ότι σκότωσαν τη Duke. Οι δικηγόροι που επεξεργάζονταν τη διαθήκη απέκτησαν πρόσβαση στο λογαριασμό του μπάτλερ. Ανακάλυψαν ότι είχε ξοδέψει τεράστια ποσά για προσωπικά του έξοδα, από αεροπορικά ταξίδια μέχρι πολυτελή είδη.
Παρά τις υποψίες, η εισαγγελία δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει υπόθεση. Όμως το σκάνδαλο οδήγησε σε νομικές μάχες: το Duke University, φίλοι της Duke, παλιοί εκτελεστές της διαθήκης, όλοι διεκδίκησαν κομμάτι από την περιουσία. Τελικά το δικαστήριο αφαίρεσε την εκτελεστική αρμοδιότητα από τον Lafferty και τη μετέφερε σε επιτροπή τραπεζιτών, πανεπιστημιακών και φίλων της Duke, σε μια προσπάθεια να σωθεί ό,τι μπορούσε.
Ο Bernard Lafferty πέθανε λίγα χρόνια αργότερα, το 1996, έχοντας χαθεί στο αλκοόλ, τα υπνωτικά χάπια και την απομόνωση. Πέθανε στο σπίτι της Duke. Το ίδιο σπίτι όπου εκείνη είχε αφήσει την τελευταία της πνοή. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν την αγάπησε ή αν την εξαπάτησε. Ή ίσως και τα δύο.
Το σίγουρο είναι πως ο κόσμος δεν ξέχασε ποτέ εκείνη την εικόνα: η πλουσιότερη γυναίκα της Αμερικής, με σπίτια σε τρεις ηπείρους και ιδιωτικό Boeing, να αφήνει τα πάντα σε έναν υπηρέτη που κανείς δεν είχε ξανακούσει. Και η τελευταία της επιθυμία, να διασκορπιστούν οι στάχτες της στον ωκεανό, να γίνει πράξη από τον μοναδικό άνθρωπο που ίσως ήξερε όλη την αλήθεια.