Πήγαιναν οι Αρχαίοι Έλληνες διακοπές;
Δεν είχαν λέξη για τις διακοπές, ούτε παγωμένα κοκτέιλ στη θάλασσα
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν λέξη αντίστοιχη με το “vacation”, ούτε φράση που να σημαίνει «πάω διακοπές» όπως το εννοούμε σήμερα. Κι όμως, υπήρχαν στιγμές όπου απομακρύνονταν από τη δουλειά, τη ρουτίνα, ή την πόλη τους. Οι διακοπές, όπως θα τις περιγράφαμε με σύγχρονους όρους, ήταν κάτι που μπορούσε να συμβεί – αλλά όχι με τον τρόπο που τις ξέρουμε.
Στην Αθήνα, ο βίος των πολιτών ήταν πυκνός από θρησκευτικές εορτές. Περίπου 120 μέρες το χρόνο ήταν αφιερωμένες σε πανηγύρια, τελετές, αγώνες, θέατρα. Για τους πολίτες, αυτές οι μέρες δεν ήταν αργία αλλά συμμετοχή. Δεν δούλευαν, αλλά ούτε «ξεκουράζονταν». Ήταν μέρος της συλλογικής εμπειρίας, γεμάτης τελετουργία, κοινωνική ζωή και κίνηση.
Υπήρχε όμως και ένα άλλο είδος «απομάκρυνσης». Οι πλούσιοι είχαν εξοχικές επαύλεις στην ύπαιθρο ή σε παραθαλάσσια μέρη, όπως στο Σούνιο ή τη Σαλαμίνα. Εκεί περνούσαν χρόνο το καλοκαίρι, ασχολούμενοι με τη φιλοσοφία, την ποίηση ή και το κυνήγι. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης είχαν τους δικούς τους χώρους έξω από την πόλη, όπου δίδασκαν αλλά και απολάμβαναν απομόνωση από το αστικό άγχος.
Η παραλία δεν ήταν τουριστικός προορισμός. Οι Έλληνες είχαν σχέση με τη θάλασσα πρακτική, ναυτική ή τελετουργική. Το μπάνιο στη θάλασσα ήταν κυρίως ανάγκη, όχι απόλαυση. Ο ποταμός ή η πηγή ήταν συχνότερος τόπος για δροσιά. Η ιδέα του “going to the beach” για να χαλαρώσεις, δεν υπάρχει σε καμία γραπτή μαρτυρία.
Υπήρχε ωστόσο η έννοια της πνευματικής απομάκρυνσης. Οι Στωικοί και οι Επικούρειοι πίστευαν στην ηρεμία του νου και την ανάγκη να απομακρύνεσαι από το πλήθος. Ο Επίκουρος μάλιστα είχε έναν «κήπο» στην Αθήνα, ένα χώρο εσωτερικής γαλήνης – μια ψυχική εκδοχή διακοπών. Το ίδιο και ο Ηράκλειτος, που απομονωνόταν στην εξοχή για να στοχαστεί.
Για τους νέους αριστοκράτες της κλασικής Αθήνας, οι “περιηγήσεις” ήταν ένας τρόπος μάθησης. Ένα ταξίδι στους Δελφούς, στην Ολυμπία ή στην Κρήτη ήταν πολιτιστική εμπειρία – όχι τουρισμός, αλλά προσκύνημα ή αναζήτηση σοφίας. Οι Σπαρτιάτες έστελναν νέους στις αποικίες για να σκληραγωγηθούν. Οι Αθηναίοι σπάνια εγκατέλειπαν την πόλη εκτός πολέμου, προσκυνήματος ή συμμετοχής σε αγώνες.
Η λέξη “διακοπή” (interruption) υπάρχει στα ελληνιστικά χρόνια, αλλά δεν σημαίνει διακοπές. Και η “σχολή” από όπου βγαίνει το “school” σήμαινε ακριβώς το αντίθετο της δουλειάς – σημαίνει ελεύθερος χρόνος. Στην ουσία, οι Έλληνες τιμούσαν αυτό που σήμερα θα λέγαμε ποιότητα ελεύθερου χρόνου, όχι “παύση της δουλειάς για χαλάρωση”.
Στα Ελληνιστικά και Ρωμαϊκά χρόνια η έννοια των θερμών λουτρών, της άσκησης στα γυμναστήρια και των λουτρικών υποδομών απέκτησε ρυθμό και κοινωνική διάσταση. Πλέον μπορούμε να μιλήσουμε για πρόδρομες μορφές spa ή resort, αλλά πάντα εντός του πλαισίου της υγείας και όχι της απόλαυσης per se.
Κανείς δεν έκανε check-in σε δωμάτιο με θέα. Δεν υπήρχε “καλοκαιρινή απόδραση” με την έννοια του ηλίου, της θάλασσας και του κοκτέιλ. Η ζωή όμως των Ελλήνων είχε στιγμές αποφόρτισης – κοινωνικής, πνευματικής, ακόμα και φυσικής. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν πήγαιναν διακοπές. Αλλά ήξεραν να σταματούν, να στοχάζονται και να χαίρονται το χρόνο τους. Ίσως περισσότερο από εμάς.