Το έργο του Μίκη με το οποίο ο ίδιος «ταυτίζονταν» περισσότερο
«Από κάθε άποψη: μουσική, ανθρώπινη, βιωματική, αγωνιστική και προπαντός Ελληνική»
Γραμμένο το 1961, το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» είναι ένα μοναδικό θεατρικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη, το οποίο πλαισιώνεται με κορυφαία τραγούδια του (Ένα δειλινό, Δυο γιους είχες μανούλα μου, Στα περβόλια, Απρίλη μου, Κοιμήσου αγγελούδι μου, Προδομένη μου αγάπη κ.ά.).
Το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» από μουσικής άποψης είναι μια λαϊκή όπερα γραμμένη σε φόρμα αρχαίας τραγωδίας, εμπνευσμένη από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό. Το έργο, που διαπνέεται από μια συγκίνηση αρχετυπική –σχεδόν θρησκευτική–, είναι ένας ύμνος στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στη συλλογική ανάγκη για μνήμη.
Ταυτόχρονα, αποτελεί ένα γενναίο κάλεσμα σε εθνική ομοψυχία, σκύβοντας με συγκλονιστική ωριμότητα πάνω στις πληγές του Εμφυλίου, οι οποίες την εποχή που γράφτηκε ήταν ακόμα ανοιχτές. Η πρώτη παρουσίαση του έργου έγινε το 1962 από τον θίασο του Μάνου Κατράκη, με βασικό ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης έχει δηλώσει:
«Με το ‘Τραγούδι του νεκρού αδελφού’ ταυτίζομαι περισσότερο απ’ ότι με οποιοδήποτε άλλο έργο μου, από κάθε άποψη: μουσική, ανθρώπινη, βιωματική, αγωνιστική και προπαντός Ελληνική».
Διαφωτιστική και η καίρια, ως συνήθως, άποψη του αξέχαστου Κώστα Γεωργουσόπουλου:
«Ο εμφύλιος πόλεμος είναι συνταρακτικό γεγονός για κάθε ιστορία και όλο το Μεγάλο Θέατρο και η Μεγάλη Τραγωδία ουσιαστικά είναι ενδοοικογενειακές ρήξεις. Όλα τα άλλα ξεχνιούνται. Οι βαθιές πληγές είναι πάντα όταν έρχονται από αδελφική πληγή. Ο Μίκης σημαδεύεται από τον Αρχαίο Μύθο. Με το ‘Τραγούδι του νεκρού αδελφού’ δεν γράφει απλώς μια ιστορία για αλληλοσφαγή αδελφών. Γράφει μια φόρμα Αρχαίας Τραγωδίας».