Το μέταλλο που δεν το λιώνει τίποτα, δεν χαλάει ποτέ. Και ήρθε απ’ το Διάστημα.
Αντέχει στους 2.500°C, δεν σκουριάζει ποτέ και ήρθε στη Γη από το Διάστημα.
Το ιρίδιο δεν είναι απλώς ένα σπάνιο μέταλλο. Είναι μια υπερφυσική παρουσία στον Περιοδικό Πίνακα. Έχει τόσο υψηλό σημείο τήξης που ούτε οι πιο ισχυροί φούρνοι του πλανήτη δεν καταφέρνουν να το λιώσουν εύκολα. Δεν διαβρώνεται ούτε από τα πιο ισχυρά οξέα, ούτε από βασιλικά νερά, ούτε από λιωμένα μέταλλα. Και όμως, το πιο εντυπωσιακό δεν είναι αυτό. Το πιο εντυπωσιακό είναι πως οι μεγαλύτερες ποσότητές του στη Γη δεν είναι γήινης προέλευσης. Ήρθαν από αλλού. Από μετεωρίτες.
Αν και αποτελεί μόλις ένα απειροελάχιστο ποσοστό της λιθόσφαιρας, το ιρίδιο εμφανίζεται σε συγκεντρώσεις έως και 1.400 φορές υψηλότερες σε μετεωρίτες που έπεσαν στη Γη. Το γεγονός αυτό είναι τόσο εντυπωσιακό, που χρησιμοποιήθηκε ως απόδειξη πως κάποιος εξωγήινος όγκος είχε συγκρουστεί με τη Γη και σκότωσε τους δεινόσαυρους. Η θεωρία αυτή είναι γνωστή ως Υπόθεση Alvarez. Όταν οι γεωλόγοι εντόπισαν ένα στρώμα γεωλογικής ιλύος γεμάτο ιρίδιο σε όλο τον πλανήτη, ακριβώς στη χρονολογική γραμμή της μαζικής εξαφάνισης, άρχισαν να μιλούν για καταστροφή κοσμικής προέλευσης.
Δεν είναι υπερβολή να πεις πως χωρίς το ιρίδιο, ίσως οι δεινόσαυροι να ήταν ακόμα εδώ. Η συγκέντρωση του στοιχείου αυτού στο λεγόμενο όριο Κ–Τ ήταν το πρώτο μεγάλο καμπανάκι ότι η εξαφάνιση των ειδών μπορεί να έχει προέλθει από διαστημικό σώμα που έπεσε στη Γη και σκόρπισε σκόνη εμπλουτισμένη σε αυτό το ανίκητο μέταλλο. Η υπόθεση αυτή υποστηρίχθηκε από την ύπαρξη του κρατήρα Chicxulub στο Μεξικό.
Το ιρίδιο είναι τόσο πυκνό, τόσο βαρύ, τόσο σκληρό, που όταν η Γη ήταν ακόμα ρευστή, το μεγαλύτερο μέρος του βυθίστηκε στον πυρήνα του πλανήτη. Έτσι, ό,τι έχει απομείνει στον φλοιό είναι ελάχιστο — κι όμως, τόσο σημαντικό. Είναι το μόνο μέταλλο που αντέχει χωρίς αλλοίωση ακόμα και σε θερμοκρασίες πάνω από 1600°C, κι αυτό το κάνει απαραίτητο για κάθε ανθρώπινη εφαρμογή που αγγίζει τα όρια της τεχνολογίας: διαστημόπλοια, κινητήρες, μπουζί, χωνευτήρια, λέιζερ και ακόμα και ακτινοθεραπείες κατά του καρκίνου.
Έχει χρησιμοποιηθεί στα διαστημικά σκάφη Voyager, Cassini, Galileo, Pioneer, αλλά και σε τηλεσκόπια ακτίνων Χ όπως το Chandra. Και όμως, στις καθημερινές του χρήσεις, βρίσκουμε ίχνη του σε κάτι φαινομενικά απλό: στη μύτη μιας πένας ή στην άκρη ενός μπουζί αυτοκινήτου.
Αλλά το πιο συγκλονιστικό με το ιρίδιο είναι η σχεδόν μυθική ανθεκτικότητά του. Δεν λιώνει ούτε στους 2.466°C, δεν βράζει πριν φτάσει τους 4.428°C, και δεν διαβρώνεται ούτε από οξύ, ούτε από βάση, ούτε από αλατούχα λιωμένα σώματα. Κανένα άλλο μέταλλο δεν έχει τέτοια συμπεριφορά. Είναι το πιο «ανίκητο» χημικό στοιχείο που έχουμε στα χέρια μας — και είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν είναι καν από εδώ.
Αυτό που κάποτε εντοπίστηκε σαν ένα σκοτεινό ίζημα στα υπολείμματα της κατεργασίας λευκόχρυσου, σήμερα είναι ο λόγος που η επιστήμη μπορεί να λειτουργεί στα άκρα: στον πυρήνα ενός πυραύλου, στον μαγνητικό άξονα μιας ζυγαριάς, ή στην καρδιά ενός ασθενούς με καρκίνο που δέχεται ακτινοθεραπεία. Είναι ένα κομμάτι από τη δημιουργία του κόσμου. Και μπορεί να κρύβει τις απαντήσεις για το πώς τελειώνει.