Το μέταλλο που δηλητηρίαζε μοναχούς και εκείνοι το θεωρούσαν γιατρικό
Το αντιμόνιο μπήκε στα μοναστήρια ως γιατρικό και άφησε πίσω του έναν θρύλο με νεκρούς μοναχούς και δηλητήρια που έγιναν πίστη.
Ήταν το μαύρο, ασημένιο χρώμα του που τους τράβηξε; Ή μήπως η ιδιότροπη φύση του, που έμοιαζε να ξεγλιστρά από κάθε ταξινόμηση; Το αντιμόνιο, ένα μέταλλο τόσο παράξενο που ούτε οι αρχαίοι δεν ήξεραν αν έπρεπε να το θεωρήσουν σύμμαχο ή εχθρό, έγινε κάποτε για τους μοναχούς… φάρμακο. Και τους κόστισε τη ζωή τους.
Στην αυγή της αλχημείας, όταν το μυστήριο ήταν πιο δυνατό από την επιστήμη, οι μοναχοί πειραματίζονταν με ουσίες που λάμπανε, άχνιζαν, ή άφριζαν όταν τις έτριβες σε λίθο. Το αντιμόνιο, γνωστό και ως “κρόκος του μοναχού”, ήταν ένα από αυτά. Είχε τη φήμη πως καθαρίζει το σώμα. Το έτριβαν, το έβραζαν, το μετέτρεπαν σε σκόνη ή σε ελιξίριο – και το έπιναν, πιστεύοντας πως ήταν θεραπευτικό.
Στην πραγματικότητα, τους δηλητηρίαζε. Έλιωνε τα σωθικά τους, έκαιγε τα νεφρά, προκαλούσε λιποθυμίες και καρδιακά προβλήματα. Αλλά επειδή το σώμα αντιδρούσε με εμετούς και διάρροια, πίστευαν πως λειτουργεί: «καθαρίζει τα χυμικά υγρά», έγραφαν στα λατινικά τους σημειωματάρια. Κάθε θάνατος, αντί για προειδοποίηση, θεωρούταν λάθος στη δοσολογία.
Η ειρωνεία είναι ότι ο όρος “αντιμόνιο” έχει αποδοθεί –με κάποια δόση λαϊκού θρύλου– στο “αντί-μοναχός” (anti-monachos). Λέγεται πως τόσοι μοναχοί πέθαναν χρησιμοποιώντας το, που απέκτησε το παρατσούκλι “δολοφόνος των μοναχών”. Δεν ήταν αβάσιμος μύθος: οι μοναχοί ήταν από τους λίγους που είχαν πρόσβαση σε τέτοιες ουσίες και χρόνο για αλχημικά πειράματα. Και πλήρωσαν το τίμημα.
Αιώνες αργότερα, το αντιμόνιο χρησιμοποιήθηκε ξανά στην ιατρική – σε φάρμακα κατά της λεισμανίασης, αλλά και σε σκευάσματα για το στομάχι. Ακόμα και τότε, ο κίνδυνος ήταν γνωστός. Η γραμμή ανάμεσα στο γιατρικό και στο δηλητήριο παρέμεινε εξίσου θολή όσο και τα χειρόγραφα των αλχημιστών που το δοκίμασαν πρώτοι.
Και κάπως έτσι, ένα στοιχείο από τα βάθη της Γης, με σύμβολο το Sb από τη λατινική λέξη stibium, πέρασε στην ιστορία όχι για τη χρησιμότητά του στη βιομηχανία, αλλά για τα σκοτεινά του πειράματα σε μοναστηριακά κελιά, κάτω από το φως των κεριών.