Διέλυσαν τα σπίτια και τα μαγαζιά των Ελλήνων μεταναστών. Όλη η πόλη τα έβαλε μαζί τους.
Η μεγαλύτερη ταραχή στην ιστορία του Τορόντο είχε έναν και μόνο στόχο: τους Έλληνες μετανάστες. Μέσα σε τρεις μέρες έχασαν μαγαζιά, σπίτια και αξιοπρέπεια, επειδή ήταν Έλληνες.
Στην καρδιά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Έλληνες μετανάστες στο Τορόντο κατηγορήθηκαν για το μόνο πράγμα που δεν έφταιγαν: ότι δεν πολεμούσαν. Παρότι εκατοντάδες είχαν ήδη καταταγεί, και άλλοι είχαν επιστρέψει στην Ελλάδα για να πολεμήσουν, μια φήμη ξεκίνησε την πιο βίαιη ταραχή που είδε ποτέ η πόλη. Δεν ήταν συμμορίες. Ήταν πολίτες. Βετεράνοι. Και η αστυνομία απλώς κοιτούσε.
Η αρχή έγινε με έναν μεθυσμένο στρατιώτη. Μπήκε σε ένα ελληνικό καφέ, προκάλεσε καυγά, και εκδιώχθηκε. Η επόμενη μέρα έφερε πάνω από 5.000 εξαγριωμένους, που σάρωσαν τα πάντα: πάνω από 20 ελληνικές επιχειρήσεις λεηλατήθηκαν, τα καταστήματα διαλύθηκαν, οι βιτρίνες έσπασαν, άνθρωποι ξυλοκοπήθηκαν στους δρόμους μόνο και μόνο επειδή ήταν Έλληνες.
Οι ελληνικές οικογένειες του Τορόντο εκείνο το τριήμερο του Αυγούστου του 1918 κρύβονταν, εγκατέλειπαν τα σπίτια τους, έβλεπαν τη γειτονιά τους να καίγεται. Τα ΜΜΕ της εποχής μιλούσαν για “Toronto Troubles”, αλλά οι ίδιοι οι Έλληνες τη θυμούνταν ως νύχτα πογκρόμ. Γιατί δεν ήταν μια απλή ταραχή. Ήταν ολόκληρη η πόλη εναντίον τους.
Ανάμεσα στα συντρίμμια, πολλοί μετανάστες αναγκάστηκαν να αλλάξουν ονόματα, να μετακινηθούν, να ξεκινήσουν από το μηδέν στην Danforth. Η ελληνική κοινότητα μετακινήθηκε με τη βία και ξαναχτίστηκε με αξιοπρέπεια. Έγινε “Greek Town” γιατί δεν είχε άλλη επιλογή. Δεν ήταν απλώς μετανάστες. Ήταν οι στόχοι.
Ο ελληνισμός του Καναδά δεν ξέχασε ποτέ. Αγόρασε πολεμικά ομόλογα, έδωσε αίμα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και οι απόγονοι αυτών που διώχθηκαν έγιναν γιατροί, επιχειρηματίες, πολιτικοί. Αλλά το 1918 δεν διαγράφηκε. Είναι η χρονιά που απέδειξε πως ο ρατσισμός μπορεί να ξεκινήσει από ένα τίποτα — και να καταστρέψει τα πάντα.