Έσκαβε στον Πειραιά και βρήκε τη μικρή Άρτεμιδα στην αγκαλιά της Αθηνάς. Τις είχαν θάψει σαν νεκρές για να σωθούν
Το καλοκαίρι του 1959, ένα χέρι ξεπρόβαλε από το έδαφος του Πειραιά. Δεν ήταν ανθρώπινο
Το καλοκαίρι του 1959, ένα κομπρεσέρ που έσκαβε φρεάτιο αποχέτευσης στον Πειραιά σταμάτησε απότομα. Ο χειριστής νόμισε πως χτύπησε σε πέτρα. Είχε βρει το χέρι του Απόλλωνα. Όχι κάποιου ζωντανού ανθρώπου, αλλά του χάλκινου αγάλματος που κοιμόταν θαμμένο 2.000 χρόνια κάτω από τις ρόδες των λεωφορείων.
Ο Γιάννης Παπαδημητρίου, τότε Διευθυντής Αρχαιοτήτων, έφτασε αμέσως. Εδώ και χρόνια αναζητούσε κάτι μεγάλο στον Πειραιά, κάτι που είχε χαθεί με την εισβολή του Σύλλα το 86 π.Χ. Η γη αποκρινόταν. Το ένα άγαλμα έφερνε το άλλο. Ήταν όλα προσεκτικά θαμμένα. Ολόκληρο ιερό, κρυμμένο σιωπηλά δίπλα στη Φίλωνος και τη Γεωργίου Α’.
Βρήκαν τη χάλκινη Αθηνά. Ύψους φυσικού, με ασπίδα και ήρεμο πρόσωπο. Βρήκαν δύο Αρτέμιδες, μία μικρή και μία μεγαλύτερη. Βρήκαν και μια τραγική μάσκα. Και ένα νομίσμα του βασιλιά Μιθριδάτη. Οι χρονολογίες έδεναν.
Η μικρή Αρτέμιδα είχε τοποθετηθεί στην αγκαλιά της Αθηνάς. Όχι τυχαία. Όχι σαν μεταφορά. Οι αρχαιολόγοι μίλησαν για μια κίνηση αγάπης. Οι κάτοικοι, λίγο πριν πεθάνουν ή σκορπίσουν από τη σφαγή του Σύλλα, σκέπασαν τα αγάλματα τους όπως θα σκέπαζαν ανθρώπους. Τα έβαλαν μπρούμυτα, για να προστατεύουν το ένα το άλλο. Για να μην τα ταπεινώσουν οι εισβολείς.
Ο Παπαδημητρίου τα φωτογράφισε, τα συντήρησε και έδωσε μάχη να στεγαστούν σωστά. Το 1983, σχεδόν 25 χρόνια μετά, τα αγάλματα πήραν τη θέση τους στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά. Όποιος ξέρει να βλέπει, διακρίνει ακόμα εκείνη την αγκαλιά. Δεν είναι μόνο τέχνη. Είναι τελευταία πράξη πίστης από έναν λαό προς τους θεούς του.
Ο Παπαδημητρίου είχε ήδη δώσει τα πάντα για την αρχαιολογία: ανασκαφές στις Μυκήνες, στον τάφο της Κλυταιμνήστρας, στη Βραυρώνα, στην Επίδαυρο. Ανέδειξε το Νυμφαίο της Πεντέλης, το ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα, έσκαψε στη Σκύρο, έστησε μουσεία, έφτιαξε σχολές. Επηρέασε και φωτογράφους όπως ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν και ο Νικόλαος Τομπάζης.
Δεν πρόλαβε να τα χαρεί. Πέθανε το 1963. Έμεινε όμως η Αθηνά. Η Άρτεμιδα. Το άγγιγμά τους. Και αυτή η ανατριχιαστική σκηνή: αγάλματα-πρόσφυγες, θαμμένα μαζί για να σωθούν από ανθρώπους που δεν ήξεραν αν θα ζήσουν ούτε ως το πρωί.