Γιατί όλοι οι αρχαίοι πολιτισμοί κοίταζαν με δέος τον Σείριο; Τον φοβόντουσαν και τον λάτρευαν.
Τον έλεγαν «ο φλογερός». Οι αρχαίοι τον ταύτιζαν με τη ζωή, τον θάνατο και τους θεούς. Κι όμως, δεν ήταν ένα άστρο. Ήταν δύο.
Δεν είναι ο πιο κοντινός. Δεν είναι ο πιο μεγάλος. Αλλά είναι ο πιο φωτεινός. Ο Σείριος, το αστέρι που λάμπει αδυσώπητα στο νυχτερινό ουρανό, ήταν το πιο σημαντικό σημείο του ουρανού για τους αρχαίους. Κάθε πολιτισμός, από την Αίγυπτο ως την Πολυνησία, του έδινε ιδιότητες θεϊκές. Κι όμως, για αιώνες δεν ήξεραν – ή μήπως ήξεραν; – ότι δεν είναι ένα άστρο, αλλά δύο.
Στην αρχαία Αίγυπτο, η ανατολή του Σείριου λίγο πριν τον Ήλιο, το φαινόμενο της ελληνοφάνειας, σήμαινε την έναρξη της πλημμύρας του Νείλου. Ο Νείλος έφερνε ζωή. Άρα ο Σείριος, σύμφωνα με τους ιερείς, έφερνε ζωή. Τον ταύτισαν με την Ίσιδα. Τον έβαλαν μέσα στους ναούς τους, στους τάφους, στα ημερολόγια. Ο Σείριος δεν ήταν άστρο. Ήταν σημάδι.
Οι Σουμέριοι τον κατέγραφαν στα ωροσκόπια. Οι Έλληνες του έδωσαν το όνομα «Σείριος» – που σημαίνει «ο λαμπερός», «ο φλογερός». Ο Ησίοδος πίστευε ότι η ανατολή του Σείριου φέρνει κάψωνα και θάνατο. Για τους Ρωμαίους, οι “caniculares dies”, οι μέρες του Κυνός, ήταν οι πιο δύσκολες του χρόνου. Κάθε πολιτισμός έβλεπε σ’ αυτό το φως κάτι υπερφυσικό. Κάτι επικίνδυνο.
Και μετά, ήρθαν οι Ντόγκον. Μια φυλή στο Μάλι, χωρίς τηλεσκόπια, χωρίς βιβλία, που ισχυριζόταν ότι ο Σείριος δεν είναι ένα άστρο, αλλά δύο. Ένα μεγάλο και ένα πολύ μικρό. Οι Ευρωπαίοι γελούσαν, μέχρι που το 1862 ο Αμερικανός Alvan Clark ανακάλυψε με τηλεσκόπιο ότι πράγματι, ο Σείριος είναι δυαδικό σύστημα: το φωτεινό Σείριος Α, και ο ανεπαίσθητος λευκός νάνος Σείριος Β, που περιφέρεται γύρω του κάθε 50 χρόνια.
Ο Σείριος απέχει 8,6 έτη φωτός από εμάς. Το φως του χρειάζεται σχεδόν μια δεκαετία για να φτάσει. Έχει θερμοκρασία σχεδόν 10.000 βαθμούς Κελσίου και είναι 25 φορές πιο λαμπερός από τον Ήλιο. Και όμως, αυτό που έκανε τους ανθρώπους να τον λατρεύουν δεν ήταν οι αριθμοί. Ήταν το βλέμμα του, εκείνο το ανεξήγητα επίμονο, ασημένιο φως που ανατέλλει κάθε καλοκαίρι και μοιάζει να παρατηρεί.
Ορισμένοι μελετητές συνδέουν ακόμα τον Σείριο με χαμένες αστρονομικές γνώσεις, με παραδόσεις για όντα που ήρθαν από “το άστρο του σκύλου”, με ημερολόγια που βασίζονταν όχι στον Ήλιο, αλλά σ’ εκείνον. Οι δοξασίες ίσως να είναι μύθος. Ή ίσως όχι. Όταν ένα άστρο ενώνει Αιγύπτιους, Μάγια, Πολυνησίους και Ντόγκον, κάτι βαθύ έχει χαραχτεί στη μνήμη της ανθρωπότητας.
Τον κοιτούσαν με δέος. Τον περίμεναν, τον φοβούνταν, τον υπολόγιζαν. Και ίσως ακόμα και σήμερα, δεν τον έχουμε καταλάβει πλήρως.