Η γυναίκα του εκτελέστηκε. Ο ένας γιος απαγχονίστηκε, ο άλλος έγινε πασάς, και οι κόρες αιχμάλωτες. Εκείνος όμως συνέχισε να πολεμά για την Ελλάδα.
Ο Αναστάσιος Καρατάσος είδε να εκτελούν τη γυναίκα του, να κρεμούν τους γιους του, να του αρπάζουν τις κόρες. Κι όμως, κράτησε το όπλο και δεν σταμάτησε ποτέ να πολεμά.
Το 1822, η Νάουσα δεν άντεξε. Έπεσε. Οι φλόγες τύλιξαν τις εκκλησίες, οι δρόμοι βάφτηκαν κόκκινοι, κι ο ήχος από τα μωρά που έκλαιγαν έσμιξε με τις φωνές των σφαγιασμένων. Ο Αναστάσιος Καρατάσος, αρματολός της Βέροιας, έβλεπε τα πάντα να χάνονται. Τον Ζαφειράκη να πέφτει νεκρός. Τον γιο του Γιαννάκη να σκοτώνεται δίπλα του. Τη γυναίκα του να εκτελείται. Τις κόρες του να σύρονται σε σκλαβοπάζαρα.
Δεν έσκυψε. Έφυγε στο βουνό. Και ξεκίνησε ξανά.
Ο δεύτερος του γιος, ο Τσάμης, τον ακολούθησε στον νότο. Ο τρίτος σκοτώθηκε, ο τέταρτος έπεσε στα Τρίκαλα. Ο πέμπτος, ο Θανάσης, κρεμάστηκε μπροστά στη μάνα του. Κι ο τελευταίος του γιος, λένε, εξισλαμίστηκε και έγινε πασάς στην Αίγυπτο. Ολόκληρη η οικογένειά του διαλύθηκε από τη φωτιά του Αγώνα. Κι εκείνος, στα 60 του, συνέχιζε να πολεμά.
Πριν τη μεγάλη σφαγή, είχε οργανώσει με τον Ζαφειράκη την εξέγερση στη Μακεδονία. Είχε αντισταθεί στο Κρεββατά, στο Παλιοκαλιά, στη μονή Δοβρά. Όταν η Νάουσα έπεσε, έσωσε ό,τι μπορούσε και πέρασε από το Σέλι στον Όλυμπο. Και από εκεί, κατηφόρισε. Προς τη Στερεά, την Ήπειρο, τη Μεσσηνία. Προς κάθε τόπο που είχε φλόγα και τουρκαλά.
Στη Σχινόλακκα, 15 Μαρτίου 1825, με μόλις 200 άντρες, νίκησε τον Ιμπραήμ. Ήταν η πρώτη ήττα του Ιμπραήμ στην Ελλάδα. Την ίδια χρονιά υπερασπίστηκε την Ύδρα. Κανείς δεν του το είχε ζητήσει. Πήγε μόνος του. Ο Μακεδόνας που δεν σταματούσε.
Πήρε μέρος σε ναυμαχίες, σε επιχειρήσεις στα μοναστήρια του Αλατά, στη Σκιάθο, στην Ήπειρο. Το σπαθί του δεν ξεκουράστηκε ούτε μια μέρα. Μέχρι που το σώμα του λύγισε από πνευμονία στη Ναύπακτο. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1830. Επίσημα χιλίαρχος. Άτυπα: θεμέλιο της Μακεδονικής Αντίστασης.
Οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν για τον θάνατό του. Τον τίμησαν. Όχι όσο άξιζε. Γιατί πώς να τιμήσεις κάποιον που του πήραν όλους τους γιους, τη γυναίκα, το σπίτι, τη γη, και εκείνος ακόμα… συνέχιζε.
Σήμερα, λίγοι τον ξέρουν. Μα σε κάθε στροφή του Βερμίου, ακόμα ακούγεται το σπαθί του. Και στην καμένη Νάουσα, οι πέτρες θυμούνται.