Η σκληρή περιοχή της Αθήνας που λεγόταν Νέα Ανατολή. Σήμερα εκεί βρίσκεται η ΓΑΔΑ
Ήταν μια γειτονιά φτιαγμένη από λαμαρίνες, λάσπη και μνήμες προσφύγων. Τη λέγανε Νέα Ανατολή.
Η Νέα Ανατολή δεν υπήρχε σε χάρτες. Υπήρχε μόνο στη μνήμη των προσφύγων, στις λαμαρίνες που έσταζαν, στις λάσπες των παιδικών τους χρόνων και στα πρόχειρα σπιτάκια που έπνιγε το σκοτάδι. Ήταν ένας ολόκληρος συνοικισμός στους Αμπελοκήπους, λίγα μέτρα από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών. Πριν σηκωθεί το ογκώδες κτίριο, υπήρχε εκεί μια γειτονιά χωρίς δρόμους, χωρίς αποχέτευση, χωρίς πατώματα. Μόνο άνθρωποι. Και ανάγκη.
Η Νέα Ανατολή δημιουργήθηκε στις αρχές του ’30, σε μια Αθήνα που προσπαθούσε να διαχειριστεί τον εφιάλτη της Μικρασιατικής Καταστροφής. Πάνω από ένα εκατομμύριο Έλληνες αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους και να ξεριζωθούν. Οι πιο τυχεροί βρήκαν μια γωνιά σε αστικά σπίτια. Οι υπόλοιποι, εκείνοι που δεν είχαν ούτε ρούχο να φορέσουν, βρέθηκαν στους Αμπελοκήπους, σε πρόχειρα παραπήγματα φτιαγμένα από ντενεκέδες, τούβλα και κουβέρτες. Τη γειτονιά την ονόμασαν “Νέα Ανατολή” γιατί δεν ήθελαν να ξεχάσουν από πού ήρθαν. Και πίστευαν πως θα ξανασηκωθούν.
Τα σπίτια της δεν είχαν παράθυρα. Ούτε τουαλέτες. Ούτε ηλεκτρικό. Οι κάτοικοι ζέσταιναν νερό σε κονσέρβες και μαγείρευαν στις αυλές, όλοι μαζί. Ο βούρκος έμπαινε μέσα στα σπίτια τον χειμώνα. Η ζέστη έκαιγε τα τσίγκινα το καλοκαίρι. Αλλά παρ’ όλα αυτά, ζούσαν. Έπαιζαν. Ερωτεύονταν. Έστηναν τις δικές τους λαϊκές αγορές. Έφτιαξαν και ποδοσφαιρική ομάδα: τον Άρη Νέας Ανατολής. Τα παιδιά έτρεχαν με ξυπόλυτα πόδια και ήξεραν όλες τις στροφές των χωμάτινων σοκακιών. Οι μεγάλοι τραγουδούσαν ρεμπέτικα τις νύχτες, με μόνη παρέα μια λάμπα πετρελαίου. Ήταν φτωχοί. Αλλά ζωντανοί.
Όταν ο Νίκος Κούνδουρος γύριζε το «Ξυπόλητο Τάγμα» στα μέσα του ’50, ήξερε πού να βρει το αυθεντικό τοπίο. Δεν χρειάστηκε να φτιάξει σκηνικά. Η μαύρη αγορά της Κατοχής υπήρχε ακόμη χαραγμένη στους πάγκους της νόμιμης λαϊκής της Νέας Ανατολής. Τα παιδιά που έπαιζαν «σαλταδόρους» στα κάρα της ταινίας, είχαν αληθινές αναμνήσεις από σαλταρίσματα για ένα καρβέλι. Και κάθε σκηνή, όσο φτωχική και να φαινόταν, ήταν πραγματική. Η Νέα Ανατολή δεν υποκρινόταν.
Το 1958 ήρθε η αρχή του τέλους. Το κράτος αποφάσισε να κατεδαφίσει τον συνοικισμό. Οι κάτοικοι μεταφέρθηκαν σε άλλες περιοχές, αλλά πολλοί απλώς εξαφανίστηκαν από τα μητρώα της πόλης. Το μόνο που έμεινε πίσω ήταν μια μεγάλη αλάνα. Για περισσότερο από δέκα χρόνια, η Νέα Ανατολή υπήρχε μόνο σαν σκόνη και χαλίκια. Και μετά ήρθε το μπετόν.
Το 1970 άρχισε να χτίζεται το κτίριο της ΓΑΔΑ. Ογκώδες, μοντέρνο, φτιαγμένο για να επιβλέπει. Η πόλη είχε αλλάξει. Τα παιδιά της Νέας Ανατολής είχαν μεγαλώσει. Είχαν γίνει οδηγοί λεωφορείων, μικροπωλητές, εργάτες. Κανείς δεν μιλούσε πια για τον συνοικισμό. Μέχρι που χάθηκε τελείως από τις μνήμες. Δεν υπάρχει ούτε μια πινακίδα να τον θυμίζει. Κι όμως, κάτω από τα θεμέλια του πιο ισχυρού αστυνομικού κτιρίου της Αθήνας, υπάρχει μια θαμμένη γειτονιά. Ένα προσφυγικό χωριό. Μια μικρή πατρίδα που γεννήθηκε από την ανάγκη και έσβησε μέσα στη σιωπή.