Ο σεισμός που γονάτισε τη Θήβα το 1853. Η μέρα που η γη άνοιξε στα δύο
Ο σεισμός των 6,8 Ρίχτερ που έπληξε τη Θήβα το 1853 ισοπέδωσε την πόλη και άφησε βαθιά τα σημάδια του στην ιστορική μνήμη. Ένα γεγονός που μελετάται ακόμη και σήμερα από σεισμολόγους.
Το πρωινό της 18ης Αυγούστου 1853, στις 08:30, η Θήβα ξύπνησε με βουητό που έμοιαζε με θηρίο να σηκώνεται από τα έγκατα. Μέσα σε δευτερόλεπτα, τα πάντα σείστηκαν. Τα τείχη που είχαν κρατήσει πολιορκίες αιώνων δεν άντεξαν την οργή της γης. Ο σεισμός των 6,8 Ρίχτερ δεν ήταν απλώς μια δόνηση. Ήταν μια καταστροφή που χάραξε βαθιά την ιστορική μνήμη της Βοιωτίας.
Το επίκεντρο χτύπησε δυτικά της πόλης, ανάμεσα στα χωριά Βάγια και Θεσπιές. Το βάθος μικρό, μόλις δέκα χιλιόμετρα, έκανε τη δόνηση επιφανειακή και ανελέητη. Οι κάτοικοι μιλούσαν για μια γη που κυριολεκτικά άνοιγε, για σπίτια που κατέρρεαν σαν χάρτινα, για εκκλησίες που γκρεμίζονταν μπροστά στα μάτια τους. Οι Θεσπιές έσπασαν, η Αταλάντη ράγισε, η Χαλκίδα ένιωσε τη βουή να φτάνει μέχρι τα θεμέλιά της.
Η Θήβα έπεσε σχεδόν ολόκληρη. Η Μεγάλη Παναγία γκρεμίστηκε, ο Άγιος Δημήτριος κατέρρευσε και χτίστηκε ξανά το 1867 σαν να ήθελε η πόλη να σβήσει τα σημάδια. Πάνω από τα μισά σπίτια σωριάστηκαν σε ερείπια. Στις γειτονιές, γυναίκες έψαχναν με γυμνά χέρια τα παιδιά τους κάτω από τα χαλάσματα. Τα ξύλινα δοκάρια έγιναν παγίδες, οι πέτρες μάτωσαν το χώμα.
Στην Εύβοια, το παλιό υδραγωγείο της Χαλκίδας ράγισε και το Ποντικονήσι, που ήδη είχε πληγεί από παλιότερο σεισμό, βυθίστηκε σχεδόν ολόκληρο. Ένα παράξενο τσουνάμι στον Ευβοϊκό Κόλπο χτύπησε τις ακτές. Οι κάτοικοι είδαν το νερό να αποτραβιέται και να επιστρέφει με ορμή, λες και ήθελε να ολοκληρώσει τη δουλειά του σεισμού.
Οι δονήσεις δεν σταμάτησαν εκείνη τη μέρα. Για έξι μήνες, η γη έτρεμε ξανά και ξανά. Στις 29 Σεπτεμβρίου, ένας μετασεισμός 6,4 Ρίχτερ αποτέλειωσε όσα είχαν αντέξει. Κάθε βράδυ, οι Θηβαίοι κοιμούνταν έξω από τα ερείπια, κάτω από τον ουρανό, με τον φόβο ότι η γη θα ξανανοίξει.
Ο ανθρώπινος φόρος αίματος, σε σχέση με το μέγεθος της καταστροφής, φάνηκε «χαμηλός»· 11 έως 17 νεκροί και περίπου 60 τραυματίες. Μα πίσω από αυτούς τους αριθμούς κρύβονταν οικογένειες διαλυμένες, σπίτια χαμένα, ψυχές στοιχειωμένες. Χιλιάδες έμειναν άστεγοι, με μοναδική στέγη τον ουρανό.
Η δόνηση έγινε αισθητή σε απόσταση 500 χιλιομέτρων: στην Αθήνα προκάλεσε πανικό και μικρές ζημιές, στη Χαλκίδα ράγισαν τα σπίτια, ενώ μαρτυρίες αναφέρουν ότι μέχρι την Προύσα της Μικράς Ασίας οι άνθρωποι ένιωσαν τη γη να κινείται. Ο Ιρλανδός «πατέρας της σεισμολογίας» Robert Mallet σημείωσε το γεγονός στους πρώτους διεθνείς καταλόγους σεισμών, κάνοντάς το σημείο αναφοράς για τη μελέτη της σεισμικότητας στην Ελλάδα.
Η Θήβα έχτισε ξανά τα ερείπια της, μα το 1853 δεν ξεχάστηκε ποτέ. Η μνήμη του σεισμού πέρασε στα αρχεία, στις εφημερίδες, στα ημερολόγια περιηγητών, ακόμη και στις ιστορίες που έλεγαν οι γιαγιάδες στις αυλές. Κάθε φορά που η γη τρέμει στη Βοιωτία, η σκιά εκείνης της μέρας επανέρχεται. Γιατί η Ελλάδα, καρφωμένη πάνω στη σύγκρουση Ευρασίας και Αφρικής, κουβαλάει μέσα της τη μόνιμη ανάσα του Εγκέλαδου.
Ο σεισμός του 1853 δεν ήταν απλώς μια φυσική καταστροφή. Ήταν η στιγμή που η Θήβα έμαθε ξανά ότι το χώμα κάτω από τα πόδια της δεν είναι ποτέ σταθερό. Και το μάθημα αυτό παραμένει ζωντανό, κάθε φορά που τα ρήγματα της Βοιωτίας θυμίζουν την παρουσία τους.
Το θαύμα του σφουγγαριού: ο ζωντανός οργανισμός που ξαναγεννιέται από το μηδέν
Η Ελληνίδα νοσοκόμα που έγινε «μάνα του στρατιώτη» και άλλαξε για πάντα τη νοσηλευτική στην Ελλάδα