Ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κίνας που έζησε σαν απλός εργάτης στους δρόμους του Πεκίνου
Από την Απαγορευμένη Πόλη στους δρόμους του Πεκίνου η ανθρώπινη ιστορία του Που Γι αποκαλύπτει τη βαθιά μεταμόρφωση ενός αυτοκράτορα.
Ο Που Γι, ο τελευταίος αυτοκράτορας Κίνας, μεγάλωσε σε δωμάτια που δεν γνώριζαν παιδικές φωνές. Άκουγε μόνο βήματα αυλικών και την ψιθυριστή γλώσσα της τελετουργίας. Ήταν παιδί που δεν πρόλαβε να γίνει παιδί. Τον έντυσαν με πολύχρωμα υφάσματα και τον κάθισαν σε θρόνο πριν μάθει να προφέρει σωστά το όνομά του. Όλα γύρω του έμοιαζαν με θέατρο στο οποίο είχε τον ρόλο του πρωταγωνιστή χωρίς να καταλαβαίνει την ιστορία. Ως ο τελευταίος αυτοκράτορας Κίνας, ο Που Γι βίωσε έναν μοναδικό τρόπο μεγαλώματος.
Στην Απαγορευμένη Πόλη ένιωθε την ψυχρή μεγαλοπρέπεια ενός κόσμου που είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Τα πρωτόκολλα ήταν αυστηρά και οι κινήσεις του προσεκτικές. Κάθε λεπτομέρεια έπρεπε να είναι τέλεια. Τον λάτρευαν χωρίς να τον γνωρίζουν και τον υπηρετούσαν χωρίς να τον αγγίζουν. Η μοναξιά εκεί μέσα είχε ένα είδος ηχούς που τον ακολουθούσε κάθε φορά που περπατούσε στους διαδρόμους. Ήταν γνώστης πως ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κίνας.
Όταν η αυτοκρατορία έπεσε, η χώρα άλλαξε αργά σαν να γύριζε σελίδα χωρίς θόρυβο. Οι αυλικοί του έφεραν την απόφαση ότι θα παραιτηθεί και εκείνος υπέγραψε την πράξη που τερμάτισε μια ιστορία αιώνων. Η στιγμή αυτή, την ημέρα που υπέγραψε την παραίτησή του από τον θρόνο, έμεινε χαραγμένη σαν μια στιγμή που δεν κατανόησε πλήρως τότε αλλά τον σημάδεψε για πάντα.
Έμεινε για λίγο ακόμη στο παλάτι και περνούσε από δωμάτια που δεν του ανήκαν πια. Έβλεπε τους φρουρούς να αλλάζουν στάση και τους διαδρόμους να ησυχάζουν. Η εξουσία είχε φύγει από τα χέρια του σαν άμμος που γλιστρά. Αυτό που έμενε ήταν η αίσθηση ενός κενού που δεν ήξερε πώς να γεμίσει. Η Κίνα προχωρούσε και εκείνος έψαχνε τη θέση του σε έναν κόσμο που δεν είχε δομήσει ο ίδιος. Όπως έδειχναν τα πράγματα, δεν θα ήταν ποτέ ξανά αυτοκράτορας, πόσο μάλλον τελευταίος αυτοκράτορας στην Κίνα.
Στην Τιεντζίν αναζήτησε μια νέα μορφή σταθερότητας. Έμενε σε κατοικίες που είχαν την υγρασία μιας παραθαλάσσιας πόλης. Περνούσε ώρες κοιτώντας έξω από παράθυρα που έβλεπαν σε δρόμους γεμάτους κίνηση. Οι ξένες δυνάμεις που τον πλησίαζαν τον άκουγαν με προσοχή. Κάθε τους ενδιαφέρον είχε πίσω του έναν σκοπό που δεν σχετιζόταν με τον ίδιο. Εκείνος όμως είχε ανάγκη να νιώσει ξανά ότι μπορεί να σταθεί κάπου χωρίς να καταρρεύσει.
Η Μαντζουρία που του θύμισε τον παλιό του εαυτό
Όταν οι Ιάπωνες τον πήραν υπό την προστασία τους, πίστεψε για λίγο ότι ίσως μπορούσε να ξαναβρεί μια θέση στον κόσμο. Τον έντυσαν ξανά με στολές που γυάλιζαν και τον έβαλαν μπροστά σε σημαίες που υψώνονταν για χάρη ενός κράτους που δεν είχε γερές ρίζες. Η εξουσία που του έδωσαν ήταν ρόλος και όχι πραγματικότητα. Η Μαντζουρία έγινε σκηνή των επιλογών του. Οι Ιάπωνες τον ανέβασαν σε θρόνο που είχε κατασκευαστεί για να εξυπηρετεί τα σχέδιά τους. Ο τίτλος που του έδωσαν δεν είχε καμία ουσιαστική δύναμη, θυμίζοντας του, πως ως ο τελευταίος αυτοκράτορας Κίνας, ο ρόλος που είχε στον κόσμο είχε αλλάξει.
Όταν ο πόλεμος τελείωσε, το έδαφος κάτω από τα πόδια του χάθηκε ξανά. Η σύλληψή του ήταν απότομη και οι μέρες που ακολούθησαν είχαν την αίσθηση μιας σιωπής. Τον ανάγκαζε να βλέπει τον εαυτό του όπως πραγματικά ήταν. Στην επανεκπαίδευση έμαθε να ξυπνά χωρίς τελετουργίες και να περνά τις μέρες του με έναν τρόπο που δεν είχε γνωρίσει ποτέ. Για πρώτη φορά δεν υπήρχαν ευνούχοι, στολές ή πρωτόκολλα. Υπήρχε μόνο ο άνθρωπος που υπήρξε κάποτε και ο άνθρωπος που προσπαθούσε να γίνει.
Όταν επέστρεψε στο Πεκίνο, η πόλη τον υποδέχθηκε χωρίς να τον αναγνωρίσει. Ήταν απλός πολίτης, εργάτης, άνθρωπος που περπατούσε ανάμεσα σε άλλους χωρίς να χρειάζεται συνοδεία. Δούλεψε στην καθαριότητα και αργότερα ως κηπουρός. Μέσα στις μικρές κινήσεις της καθημερινότητας βρήκε έναν ρυθμό που δεν είχε ποτέ στη ζωή του. Έπλενε δρόμους, πότιζε φυτά και άκουγε τη δική του ανάσα χωρίς να φοβάται ότι κάποιος θα την κρίνει.
Η εικόνα του να σκύβει πάνω από έναν θάμνο για να τον διαμορφώσει έχει κάτι το βαθιά ανθρώπινο. Δεν θύμιζε αυτοκράτορα και ίσως αυτό να ήταν η μεγαλύτερη του λύτρωση. Είχε περάσει μια ζωή κυνηγώντας σύμβολα που στο τέλος δεν τον γέμισαν ποτέ. Μόνο στην απλότητα βρήκε τον εαυτό του. Η ιστορία του δεν είναι μόνο για την πτώση ενός θρόνου αλλά και για την αναγέννηση ενός ανθρώπου. Έμαθε αργά πώς είναι να ζεις χωρίς ψεύτικο μεγαλείο.