Ο Θρυλικός Ιερός Λόχος της Ελλάδας με 25 νεκρούς, 56 τραυματίες, 3 αγνοούμενους και 29 ομήρους
Ο Ιερός Λόχος ήταν η φλόγα της Ελλάδας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ήταν Σεπτέμβριος του 1942 όταν μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών, μαθητών της Σχολής Ευελπίδων, και εθελοντών από την ελληνική ομογένεια της Αιγύπτου συγκεντρώθηκαν στην Παλαιστίνη, με μία αποστολή: να πολεμήσουν για την πατρίδα τους, έστω και αν αυτή βρισκόταν υπό κατοχή. Από τις στάχτες της ήττας, της Κατοχής και της εξορίας, γεννήθηκε μια μονάδα που έμελλε να γράψει ιστορία με γράμματα από φωτιά: ο Ιερός Λόχος της Ελλάδας.
Στη σκιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελλάδα είχε κατακτηθεί, αλλά δεν είχε υποταχθεί. Στην εξορία, η ελληνική κυβέρνηση ανασυγκροτούσε τις δυνάμεις της. Το πλεόνασμα αξιωματικών και η ανάγκη για πραγματική μάχη οδήγησαν στη δημιουργία αυτής της μοναδικής μονάδας. Ο Ιερός Λόχος δεν ήταν ένα απλό στρατιωτικό σώμα. Ήταν μια επίλεκτη, εθελοντική ομάδα που γεννήθηκε από την πίστη, την τιμή και την αγάπη για την πατρίδα. Τη διοίκησή του ανέλαβε ο συνταγματάρχης Χριστόδουλος Τσιγάντες, ένας αξιωματικός με πίστη στη σημαία και όραμα για την ελευθερία.
Η εκπαίδευσή τους έγινε υπό τις σκληρότερες συνθήκες. Εκπαιδεύτηκαν δίπλα στις δυνάμεις της SAS, έμαθαν καταδρομικό πόλεμο, νυχτερινές επιχειρήσεις, αλεξίπτωτα, επιβίωση σε συνθήκες που ελάχιστοι άντεχαν. Οι στολές τους δεν είχαν διακοσμήσεις. Τα όπλα τους ήταν φθαρμένα. Αλλά η καρδιά τους έκαιγε. Ορκισμένοι στο ρητό “Η ταν ή επί τας”, οι άνδρες του Ιερού Λόχου έπεσαν στη φωτιά του πολέμου όχι για επιβράβευση, αλλά για την πατρίδα.
Στη Βόρεια Αφρική, δίπλα στους Γάλλους του στρατηγού Λεκλέρκ και τους Νεοζηλανδούς του στρατηγού Φρέυμπεργκ, έγραψαν τις πρώτες τους νίκες. Στην έρημο της Τυνησίας, στο Κσαρ-Ριλάν και το Ουάντι Ακαρίτ, οι Έλληνες επιβλήθηκαν σε μηχανοκίνητες γερμανικές μονάδες. Όταν οι συμμαχικές σημαίες κυμάτισαν στην Γκαμπές και την Ενφινταβίλ, υπήρχε και μία ελληνική ανάμεσά τους.
Αλλά η πιο ένδοξη σελίδα του Ιερού Λόχου γράφτηκε στο Αιγαίο. Από τη Σάμο και τη Χίο, μέχρι τη Σύμη, τη Νάξο, τη Ρόδο και τη Μυτιλήνη, οι Ιερολοχίτες αποβιβάζονταν νύχτα, σε ακτές αφύλακτες, σε βράχια σιωπηλά, και πολεμούσαν μέχρι να απελευθερωθεί κάθε νησί. Στη Σάμο, πήδηξαν με αλεξίπτωτα. Στη Χίο, έφτασαν με ψαρόβαρκες. Στη Μυτιλήνη, περπάτησαν ως ελευθερωτές. Δεν ήταν ένας στρατός. Ήταν η φλόγα της λευτεριάς που επέστρεφε στα χώματα της Ελλάδας.
Μέχρι το τέλος του πολέμου, είχαν απελευθερώσει οι ίδιοι 19 ελληνικά νησιά. Επέστρεψαν στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1944 με την ελληνική σημαία υψωμένη. Ο λαός τους υποδέχτηκε όχι σαν στρατιώτες, αλλά σαν θρύλους. Είχαν χάσει 25 αδέλφια τους. Είχαν 56 τραυματίες. Τρεις δεν γύρισαν ποτέ. Είκοσι εννέα είχαν αιχμαλωτιστεί. Κι όμως, κανείς τους δεν λύγισε.
Στις 7 Αυγούστου 1945, σε τελετή στην Αθήνα, η σημαία του Ιερού Λόχου παρασημοφορήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό της Ανδρείας. Σήμερα, φυλάσσεται στο Πολεμικό Μουσείο, δίπλα στα σύμβολα άλλων μεγάλων αγώνων. Όχι σαν απλό λάβαρο, αλλά σαν υπενθύμιση. Πως όταν η πατρίδα καλεί, η Ελλάδα γεννά ήρωες.