Όταν η Pepsi απέκτησε το έκτο μεγαλύτερο πολεμικό ναυτικό στον κόσμο
Το 1989, η Pepsi έγινε για λίγο ο έκτος μεγαλύτερος ναυτικός στόλος στον κόσμο, αποκτώντας σοβιετικά πολεμικά πλοία ως αντάλλαγμα για αναψυκτικά
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, σε μια περίοδο που ο Ψυχρός Πόλεμος είχε αρχίσει να δείχνει σημάδια χαλάρωσης, η ιστορία επιφύλασσε μία από τις πιο απίθανες συναντήσεις του καπιταλισμού με τον κομμουνισμό. Η Σοβιετική Ένωση, σε μια προσπάθεια να εισάγει σύγχρονες αμερικανικές καταναλωτικές συνήθειες και να κερδίσει τη συμπάθεια του δυτικού κόσμου, είχε αρχίσει να βλέπει την Pepsi όχι μόνο ως αναψυκτικό αλλά ως ένα μέσο ήπιας διπλωματίας. Και το 1989, το «αναψυκτικό της ειρήνης» κατάφερε να αποκτήσει κάτι που καμία άλλη ιδιωτική εταιρεία στον κόσμο δεν είχε: ένα μέρος του σοβιετικού πολεμικού ναυτικού.
Η ιστορία ξεκινά ήδη από το 1959, όταν ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον και ο Σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ βρέθηκαν αντιμέτωποι στην περίφημη «κουζινο-συζήτηση» στη Μόσχα. Εκεί, με φόντο τις συσκευές μιας αμερικανικής έκθεσης, ο Νίξον προσέφερε στον Χρουστσόφ ένα ποτήρι Pepsi. Η εικόνα του Σοβιετικού ηγέτη να πίνει Pepsi κυκλοφόρησε παγκοσμίως, σηματοδοτώντας ένα μοναδικό διαφημιστικό επίτευγμα. Οι Σοβιετικοί ενδιαφέρθηκαν σοβαρά για τη διάθεση του αναψυκτικού, αλλά λόγω των περιορισμών στο εμπόριο με το εξωτερικό και της έλλειψης αποθεμάτων δολαρίων, δεν μπορούσαν να πληρώνουν σε νόμισμα.
Έτσι, από το 1972 και για σχεδόν δύο δεκαετίες, η Pepsi λάμβανε πληρωμές σε βότκα Stolichnaya, την οποία διέθετε στη Δύση. Όμως, όταν η αμερικανική αγορά βότκας κορέστηκε και τα αποθέματα είχαν ξεχειλίσει, χρειαζόταν μία νέα λύση. Το 1989, με τη Σοβιετική Ένωση σε κρίση και τις διακρατικές σχέσεις να μεταβάλλονται συνεχώς, η συμφωνία που προτάθηκε φάνταζε εξωπραγματική αλλά απολύτως ρεαλιστική για τα δεδομένα εκείνης της εποχής: η Pepsi συμφώνησε να παραλάβει 17 υποβρύχια, 3 πολεμικά πλοία, ένα φρεγάτο, ένα καταδρομικό και ένα αντιτορπιλικό, τα οποία θα αποσύρονταν από τη Σοβιετική Υπηρεσία Ναυτικού. Η αξία του στόλου είχε υπολογιστεί τότε στα περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια.
Φυσικά, η Pepsi δεν σκόπευε να ιδρύσει ιδιωτικό ναυτικό. Η εταιρεία μεταπώλησε αμέσως τα πλοία σε σουηδικές και νορβηγικές εταιρείες για ανακύκλωση μετάλλου. Ωστόσο, για λίγες εβδομάδες, στα χαρτιά, η Pepsi ήταν ο έκτος ισχυρότερος ναυτικός στόλος του κόσμου – πιο πάνω από πολλές χώρες που διατηρούσαν κανονικό ναυτικό. Η συμφωνία αυτή ήταν όχι μόνο πρωτοφανής αλλά και ενδεικτική της κατάρρευσης του σοβιετικού οικονομικού μοντέλου, καθώς ένας ολόκληρος στόλος μετατράπηκε σε νόμισμα για να συνεχίσει η Pepsi να σερβίρει αναψυκτικά στη Μόσχα.
Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η αποδοχή που είχε η Pepsi στη Σοβιετική Ένωση. Μέχρι την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, αποτελούσε σχεδόν μονοπώλιο και ένα σύμβολο του δυτικού τρόπου ζωής. Ο ανταγωνιστής της, η Coca-Cola, μπήκε πολύ αργότερα στην αγορά. Για ένα διάστημα, η Pepsi ήταν το επίσημο αναψυκτικό της σοβιετικής ελίτ, παρούσα σε δεξιώσεις, επίσημα δείπνα και συναντήσεις υψηλού επιπέδου. Δεν ήταν απλώς ένα ποτό, ήταν πολιτικό εργαλείο.
Η στιγμή αυτή της ιστορίας αποτυπώνει ιδανικά το πώς το παγκόσμιο εμπόριο, η διπλωματία και ο καταναλωτισμός μπορούν να διαπλέκονται με τους πιο παράδοξους τρόπους. Η Pepsi δεν έγινε απλώς η πρώτη δυτική εταιρεία που εισήλθε στη σοβιετική αγορά· έγινε και η μοναδική εταιρεία που για ένα σύντομο αλλά ιστορικά μοναδικό χρονικό διάστημα, είχε το δικό της ναυτικό. Και όλα ξεκίνησαν από ένα ποτήρι Pepsi που προσφέρθηκε στη λάθος κουζίνα τη σωστή στιγμή.