Σε ένα Μουντιάλ που διεξήχθη κάτω από τη σκιά της χούντας, η Αργεντινή είχε ανάγκη από κάτι περισσότερο από έναν καλό τερματοφύλακα
Με μακριά μαλλιά, βλέμμα γεμάτο φωτιά και αντί για φανταχτερά γάντια, προτιμούσε να «μιλά» με τις αποκρούσεις του.
Το 1978, σε ένα Μουντιάλ που διεξήχθη υπό τη βαριά σκιά της στρατιωτικής δικτατορίας, η Αργεντινή δεν χρειαζόταν απλώς έναν ικανό τερματοφύλακα — χρειαζόταν ένα σύμβολο ψυχραιμίας και δύναμης κάτω από τα δοκάρια. Είχε ανάγκη από έναν ήρωα αθόρυβο, με αξιοπρέπεια και σιδερένια ψυχραιμία. Και αυτός ήταν ο Ουμπάλντο Φιγιόλ.
Με μακριά μαλλιά, βλέμμα γεμάτο φωτιά και αντί για φανταχτερά γάντια, προτιμούσε να «μιλά» με τις αποκρούσεις του. Στη διάρκεια εκείνου του Παγκοσμίου Κυπέλλου, δεν ήταν απλώς καλός, ήταν τοίχος. Ό,τι δεν έπιαναν οι αμυντικοί, το εξουδετέρωνε εκείνος — με εκτινάξεις γεμάτες πλαστικότητα και καθαρή ποδοσφαιρική ευφυΐα.
Δεν ήταν εκκεντρικός. Δεν πουλούσε σόου. Ήταν ο παίκτης που ήξερε πάντα πού να σταθεί και πότε να βγει. Η Αργεντινή κέρδισε εκείνο το Μουντιάλ με τον Κέμπες μπροστά, αλλά με τον Φιγιόλ να κρατά σταθερή την πλάτη της.
Και όταν το τρόπαιο σηκώθηκε, όλοι πανηγύρισαν. Εκείνος απλώς χαμογέλασε. Γιατί οι μεγάλοι δεν φωνάζουν. Γράφουν ιστορία και φεύγουν σιωπηλά.
Διαβάστε επίσης:
Πριν τον Ντρογκμπά, πριν τον Ετό, πριν τον Σαλάχ, υπήρχε ο Λοράν Ποκού