Συγκρούστηκαν οι δυο Έλληνες και τερμάτισαν οι Γάλλοι. Ο πιο χαοτικός αγώνας των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων
Συγκρούστηκαν οι Έλληνες αθλητές, εγκατέλειψε ο ένας, ματωμένος τερμάτισε ο άλλος.
Ήταν 11 Απριλίου 1896, όταν μόλις έξι ποδηλάτες από τέσσερις χώρες πήραν θέση στο ποδηλατοδρόμιο του Νέου Φαλήρου για να διανύσουν 10 χιλιόμετρα. Τριάντα γύροι, ένα πρωτόγονο ταρτάν, λάστιχα που τρυπούσαν εύκολα, και μια Ελλάδα που φιλοξενούσε τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς. Ήταν όλα τόσο νέα, τόσο άγνωστα, τόσο επικίνδυνα.
Ο αγώνας είχε ξεκινήσει με ένταση. Ο Γάλλος Πολ Μασσόν, που λίγες ώρες πριν είχε ήδη πάρει χρυσό στα 2 χιλιόμετρα, προηγείτο με σταθερό ρυθμό. Δίπλα του, ο συμπατριώτης του Λεόν Φλαμένγκ. Η διαδρομή έμοιαζε ατελείωτη, όχι τόσο για τα πόδια των αθλητών, όσο για το χάος που ερχόταν.
Κάπου στα 20 από τα 30 περάσματα, οι Έλληνες αθλητές –ο Αριστείδης Κωνσταντινίδης και ο Γεώργιος Κωλέττης– μπλέκονται μεταξύ τους. Σύγκρουση. Οι θεατές παγώνουν. Δεν υπάρχουν ιατρικές ομάδες, δεν υπάρχει fair play, δεν υπάρχει χρόνος να αναρωτηθεί κανείς τι έγινε. Ο Κωλέττης, αιμόφυρτος και με πόνο στο σώμα, εγκαταλείπει τον αγώνα στο 7ο χιλιόμετρο. Ο Κωνσταντινίδης, με το ποδήλατο διαλυμένο και το σώμα του πληγωμένο, σηκώνεται και συνεχίζει.
Μπροστά, οι Γάλλοι δεν έχουν ιδέα για το δράμα που εκτυλίσσεται πίσω τους. Ολοκληρώνουν τον αγώνα με τον ίδιο χρόνο – μια στιγμή απόλυτης κυριαρχίας και εντυπωσιακής πειθαρχίας. Ο τρίτος, ο Άντολφ Σμαλ από την Αυστρία, περνάει τη γραμμή τερματισμού χωρίς να έχει αφήσει καμία καταγεγραμμένη ένδειξη για τον χρόνο του. Τόσο πρωτόγονη ήταν η καταγραφή.
Ο Τζόζεφ Ρόουσμεγιερ από τη Γερμανία τερματίζει τέταρτος, με τον χρόνο του επίσης άγνωστο. Και πίσω, τελευταίος αλλά χειροκροτούμενος, ο Κωνσταντινίδης. Όρθιος πάνω στο αίμα και το τσακισμένο του ποδήλατο, κατάφερε να τερματίσει και να γίνει ήρωας για μια Ελλάδα που εκείνη τη μέρα μάθαινε τι σημαίνει Ολυμπιακοί Αγώνες.
Ο αγώνας των 10 χιλιομέτρων στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς δεν ήταν απλώς μια κούρσα. Ήταν ένα χάος από συγκρούσεις, εγκαταλείψεις, κακοτεχνίες και ανυπαρξία χρονομέτρησης. Και ταυτόχρονα, ένα σπάνιο μάθημα αγώνα, πείσματος και περηφάνιας.