Το έσκασε στα 16, τραυματίστηκε στην Κεφαλονιά, και πέθανε στην Αθήνα για μια πατρίδα που δεν ήταν η δική του
Από τα πεδία των Ναπολεόντειων Πολέμων μέχρι το Φάληρο και το Μεσολόγγι, ο Τσωρτς πολέμησε, τραυματίστηκε και έμεινε για πάντα στην Ελλάδα.
Ήταν μόλις δεκαέξι ετών όταν έφυγε απ’ το σπίτι του, χωρίς ρήξη αλλά με μια φωτιά μέσα του που τον οδήγησε από το Κορκ της Ιρλανδίας στα πιο αιματηρά μέτωπα της Ευρώπης. Ο Σερ Ρίτσαρντ Τσωρτς πολέμησε στην Αίγυπτο, στη Σικελία, στην Κορσική, και τελικά στα Επτάνησα. Εκεί γνώρισε τους πρώτους Έλληνες στρατιώτες. Τους οργάνωσε, τους πίστεψε, και από εκείνη τη στιγμή δεν τους άφησε ποτέ.
Το 1813, στην Κεφαλονιά, τραυματίστηκε σοβαρά στο χέρι, το οποίο δεν επανήλθε ποτέ. Έμεινε ανάπηρος, αλλά δεν σταμάτησε. Έχτισε ελληνικά ελαφρά τάγματα, διοίκησε αρματολούς, συμπορεύτηκε με τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Άστιγξ, κι όταν όλα έμοιαζαν χαμένα, στάθηκε όρθιος.
Το 1827, η Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον όρισε Αρχιστράτηγο. Μαζί με τον Κόχραν ανέλαβαν την αδύνατη αποστολή της διάσωσης της Ακρόπολης. Δεν τα κατάφεραν, αλλά όταν διαλύθηκε ο στρατός, εκείνος δεν έφυγε. Περιμάζεψε όσους μπορούσε, τους επιβίβασε σε πλοία και τους έσωσε. Ποιος; Ένας ξένος, που είχε ήδη δώσει το αίμα του για μια πατρίδα που δεν ήταν η δική του.
Έφτασε μέχρι τη Βόνιτσα, το Αιτωλικό και το Μεσολόγγι, απελευθερώνοντας τη Στερεά Ελλάδα λίγο πριν μπουν οι τελικές υπογραφές. Όταν η κυβέρνηση τον αγνόησε, παραιτήθηκε. Όταν ο Όθωνας του έδωσε τιμές, τις δέχτηκε με σιωπή. Όταν τον είπαν ετερόχθονα στη Γ’ Εθνοσυνέλευση, απάντησε με μία μόνο λέξη: «Γκαϊντούρια».
Μιλούσε σπαστά ελληνικά, έγραφε με λέξεις ξένες, αλλά η ζωή του ήταν ελληνική. Έζησε στην Πλάκα, παντρεμένος με Αγγλίδα, αλλά βαθιά ταγμένος στην ελευθερία της χώρας που διάλεξε. Στα γεράματα τον επισκεπτόταν ο ίδιος ο βασιλιάς. Πέθανε στην Αθήνα το 1873. Η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη, με τον Ιωάννη Γεννάδιο να του εκφωνεί επικήδειο στα αγγλικά.
Στον τάφο του γράφει: «Αφιέρωσε εαυτόν και πάντα τα εαυτού υπέρ της από της δουλείας απελευθερώσεως φυλής χριστιανικής». Και πράγματι το έκανε. Δεν ήταν Έλληνας από γέννηση. Ήταν από επιλογή.