Τον παντρεύτηκε κρυφά ενώ ήταν βασιλιάς. Πέθανε από δάγκωμα μαϊμούς και έμεινε χήρα, έγκυος και χωρίς τίτλο
Παντρεύτηκε στα κρυφά τον βασιλιά Αλέξανδρο.
Η Ασπασία Μάνου μεγάλωσε μέσα στη χλιδή της αθηναϊκής αριστοκρατίας, αλλά κανείς δεν φανταζόταν πως θα γινόταν η γυναίκα που θα αψηφούσε τα ανάκτορα. Ο έρωτάς της με τον πρίγκιπα Αλέξανδρο ξεκίνησε το 1915, σε μια Ελλάδα διχασμένη, όπου ο έρωτας ενός βασιλιά με μια κοινή θνητή δεν ήταν ρομάντζο· ήταν σκάνδαλο.
Ο Αλέξανδρος, γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου, δεν είχε προοριστεί για τον θρόνο. Αλλά οι πολιτικές ανατροπές του 1917 τον ανέβασαν βασιλιά, με τον Βενιζέλο να ελπίζει σε γάμο με Αγγλίδα πριγκίπισσα. Αντίθετα, ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε στα κρυφά την Ασπασία τον Νοέμβριο του 1919, σε έναν μοργανατικό γάμο που η Αυλή δεν αναγνώρισε ποτέ επίσημα όσο ζούσε.
Ο βασιλιάς δεν πρόλαβε να γιορτάσει τον έρωτά του. Λίγους μήνες μετά τον γάμο, τον Οκτώβριο του 1920, τον δάγκωσε μια μαϊμού στους κήπους του Τατοΐου. Η πληγή μολύνθηκε και ο βασιλιάς πέθανε λίγες μέρες αργότερα από σηψαιμία. Η Ασπασία έμεινε μόνη, έγκυος, χωρίς βασιλικό τίτλο και χωρίς καμία επίσημη θέση στην Αυλή.
Η κόρη της γεννήθηκε πέντε μήνες μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου: η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, που αργότερα θα παντρευόταν τον βασιλιά Πέτρο Β’ της Γιουγκοσλαβίας. Για να αναγνωριστεί ο γάμος της Ασπασίας και να τακτοποιηθεί νομικά η θέση της κόρης της, χρειάστηκαν πάνω από δέκα χρόνια.
Στην Ελλάδα της Δικτατορίας του 1967, η Ασπασία εξορίστηκε ξανά. Έζησε στην Ιταλία και στην Αγγλία μέχρι τον θάνατό της το 1972, στο Λίντο της Βενετίας. Τα οστά της μεταφέρθηκαν στο Τατόι μόλις το 1993, όταν ο εγγονός της, πρίγκιπας Αλέξανδρος Β’ της Σερβίας, τις έφερε πίσω μαζί με της μητέρας του.
Μια ζωή που ξεκίνησε με έρωτα, διακόπηκε από ένα απίθανο ατύχημα και έμεινε στην ιστορία ως η πιο θλιμμένη βασιλική ιστορία που δεν γράφτηκε ποτέ στα πρωτόκολλα.