Πιστεύαμε πως θα φέρει την πρώτη ελληνική νίκη στη Eurovision. Το τραγούδι που ακόμα και σήμερα νιώθουμε ότι αδικήθηκε περισσότερο από όλα.
Πίστευαν πως θα φέρει την πρώτη ελληνική νίκη στη Eurovision.
Ήταν 1991. Μια Ελλάδα γεμάτη προσδοκία, μια φωνή που ξεσήκωνε και ένα τραγούδι που ακουγόταν σαν προαναγγελία για την άνοιξη που όλοι περίμεναν. Η Σοφία Βόσσου ανεβαίνει στη σκηνή της Eurovision με το «Η Άνοιξη» – μια ροκ όπερα με στοιχεία μπαλάντας και jazz, σε σύνθεση του Ανδρέα Μικρούτσικου. Ήταν η χρονιά που πίστεψαν σχεδόν όλοι ότι η Ελλάδα μπορεί να κερδίσει.
Η φωνή της Βόσσου ήταν καθηλωτική, η παρουσία της επαγγελματική, σχεδόν απόκοσμα δυναμική. Το τραγούδι διέφερε, ξεχώριζε. Στιχουργικά, μουσικά, ερμηνευτικά. Και όλοι μιλούσαν γι’ αυτό. Στις προβλέψεις, η Ελλάδα φλέρταρε με την τριάδα. Κάποιοι μιλούσαν ακόμη και για τη νίκη. Αλλά αυτό που ακολούθησε δεν ήταν απλώς απογοήτευση. Ήταν προδοσία από τη μοίρα.
Μόλις λίγες ώρες πριν τον διαγωνισμό, ο σαξοφωνίστας της συμφωνικής ορχήστρας της RAI αρρωσταίνει. Και έτσι, σε χρόνο μηδέν, τη θέση του παίρνει ένας 70χρονος συνταξιούχος μουσικός που δεν είχε ιδέα τι τον περίμενε. Είχε να παίξει το σόλο του τραγουδιού της Βόσσου — αλλά και κάθε άλλου τραγουδιού που χρειαζόταν σαξόφωνο — χωρίς πρόβα, χωρίς ανάσες, χωρίς αντοχή.
Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό. Το σόλο του σαξοφώνου, που αποτελούσε κεντρικό στοιχείο της ενορχήστρωσης, βγήκε σχεδόν παράφωνο. Αδύναμο, μπερδεμένο, σχεδόν εκτός χρόνου. Εκείνη η στιγμή ακύρωσε κάθε προηγούμενο πλεονέκτημα. Η Ευρώπη δεν άκουσε την «Άνοιξη». Άκουσε ένα τραγούδι που έμοιαζε να χάνει τον προσανατολισμό του στο πιο κρίσιμο σημείο.
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν σοκαριστικό: μόλις 36 βαθμοί. Δέκατοι τρίτοι. Το κοινό στην Ελλάδα δεν μπορούσε να το πιστέψει. Οι ειδήσεις μιλούσαν για το «φάλτσο του αιώνα». Η Σοφία Βόσσου χειρίστηκε την ήττα με αξιοπρέπεια. Αλλά στο βλέμμα της φαινόταν πως ήξερε: το άδικο είχε κερδίσει.
Κι όμως, το τραγούδι δεν χάθηκε. Αντίθετα. Έγινε διαχρονικό. Τραγουδήθηκε, ξανατραγουδήθηκε, έμεινε στις καρδιές και στις λίστες των αγαπημένων. Ποτέ άλλοτε ελληνική συμμετοχή δεν ένιωσε τόσο βαθιά αδικημένη. Και ποτέ άλλοτε η φράση «θα μπορούσαμε να είχαμε νικήσει» δεν έμοιαζε πιο αληθινή.