Δε θα ήξερες πώς έμοιαζαν οι ήρωες του 1821, αν δεν υπήρχε αυτός ο Γερμανός
Ήταν Γερμανός. Ήρθε στην Ελλάδα όταν τα πεδία των μαχών δεν είχαν στεγνώσει. Και πριν προλάβει να σβήσει η μορφή του Κολοκοτρώνη, του Μακρυγιάννη, των αγνώστων, τους ζωγράφισε για να τους θυμόμαστε.
Το 1833, όταν οι περισσότεροι ήρωες του ’21 είχαν γεράσει ή πεθάνει, και τα πρώτα Ανάκτορα δεν είχαν ακόμα τελειώσει, ένας Γερμανός έφτασε στην Ελλάδα. Δεν κρατούσε όπλο. Δεν μιλούσε ελληνικά. Κρατούσε μολύβι, παλέτα και μάτια που έψαχναν τους νεκρούς. Ο Πέτερ φον Ες ήρθε στα χώματα που ακόμα έκαιγαν από τον Αγώνα, για να προλάβει κάτι που ήδη χανόταν: τα πρόσωπα. Τα βλέμματα. Τη μνήμη.
Ο βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας του ανέθεσε να απαθανατίσει την Επανάσταση για το παλάτι του Μονάχου. Αλλά ο Ες δεν έμεινε στα βιβλία. Ήρθε στην Ελλάδα και περιπλανήθηκε για εννιά μήνες ανάμεσα σε ερείπια, πεδία μαχών και βουβά χωριά. Μίλησε με όσους έμειναν ζωντανοί. Κοίταξε στα μάτια τους ηλικιωμένους αγωνιστές. Και τους ζωγράφισε σαν να ήξερε πως το κράτος θα τους ξεχάσει.
Στο τέλος, είχε 39 σκηνές. Δεν ήταν ρομαντικές φαντασιώσεις. Ήταν σχεδόν νεκρικές προσωπογραφίες. Φαντάσματα μιας επανάστασης που ήδη ξεχνούσε τον εαυτό της. Ο Ες δεν έφτιαξε τους ήρωες όμορφους ή νέους. Τους έφτιαξε όπως ήταν. Με ουλές. Με βλέμμα φευγαλέο. Με ρούχα βρώμικα απ’ την πορεία.
Οι τοιχογραφίες του τοποθετήθηκαν στις στοές Hofgarten στο Μόναχο. Δεν μπήκαν σε θρόνους και παλάτια. Μπήκαν έξω, εκεί που περνούσε ο κόσμος. Για να βλέπουν οι Βαυαροί πώς μοιάζει η λέξη “Ελευθερία”. Το 1944, στους συμμαχικούς βομβαρδισμούς, οι στοές καταστράφηκαν. Όμως οι λιθογραφίες του σώθηκαν. Σήμερα, 32 απ’ αυτές κοσμούν το Μουσείο Μπενάκη.
Κάποιοι άλλοι πίνακες του βρίσκονται στην Πινακοθήκη του Μονάχου. Ο ίδιος ο Ες ήταν παρών στην είσοδο του Όθωνα στο Ναύπλιο. Και την ζωγράφισε. Αλλά το έργο του δεν ήταν ο Όθωνας. Ήταν ο Κολοκοτρώνης. Ο Μακρυγιάννης. Οι ανώνυμοι. Όσοι θα χάνονταν χωρίς μορφή.
Όταν το παλιό Ανάκτορο στην Αθήνα πήρε φωτιά το 1909, πολλά έργα του καταστράφηκαν. Άλλα αποξηλώθηκαν αργότερα για να γίνει το κτίριο Βουλή. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το σημαντικότερο που έκανε δεν ήταν οι πίνακες. Ήταν ότι σταμάτησε τον θάνατο. Όχι των σωμάτων — αλλά των μορφών.
Δεν ήταν Έλληνας. Δεν είχε ζήσει την Επανάσταση. Αλλά τους πρόλαβε όλους λίγο πριν σβήσουν. Και τους έδωσε πρόσωπο, χρώμα, φως. Για να μην μείνουν για πάντα φαντάσματα.