Έτρωγαν ο ένας τον άλλο, πουλούσαν τα παιδιά τους. Τους έφτασαν ως εκεί για να τους πάρουν τη γη
Δεν ζητιάνεψαν. Δεν φώναξαν. Περπάτησαν 350 χιλιόμετρα για να διεκδικήσουν τη γη που τους είχαν πάρει.
Ήταν παιδιά που τα έδιναν σε ξένους για να τα σώσουν από την πείνα. Μητέρες που υπέγραφαν με το δάχτυλο γιατί δεν ήξεραν γράμματα, μόνο για να δώσουν ό,τι είχαν σε κάποιον που δεν τους έβλεπε στα μάτια. Άντρες που δούλευαν από το πρωί μέχρι το βράδυ για ένα κομμάτι γης που τους το είχαν πάρει χωρίς να τους ρωτήσουν. Δεν ήταν απλά φτωχοί. Είχαν ξεχάσει τι θα πει ιδιοκτήτης, τι θα πει πατέρας, τι θα πει άνθρωπος.
Η Ινδία τους είχε ξεγράψει. Οι μεγάλες επενδύσεις, οι ταχύτητες των πόλεων και οι γεμάτες αίθουσες των συνεδρίων, άφηναν έξω 300 εκατομμύρια ανθρώπους. Γι’ αυτούς δεν υπήρχε σύνταγμα, ούτε σύνορα. Δεν τους κατέγραφε κανείς. Η γη τους έφευγε μέσα από τα χέρια με ένα σφράγισμα. Και η ζωή τους τελείωνε πίσω από πρόχειρα παραπήγματα με λάσπη, κάτω από σκεπές από φύλλα και χαρτόνια. Οι πιο αδύναμοι, σιωπηλοί και σκόρπιοι. Μέχρι που κάποιος τους ζήτησε να περπατήσουν μαζί.
Ο Rajagopal P.V., γιος δασκάλου που έζησε σε άσραμ του Γκάντι, δεν φώναξε ούτε μία φορά. Δεν απείλησε. Δεν καταράστηκε το κράτος. Τους ζήτησε να φορέσουν σανδάλια, να σηκώσουν τα χέρια τους και να περπατήσουν για 350 χιλιόμετρα προς το Δελχί. Ήταν 25.000 ακτήμονες. Χωρίς όπλα. Χωρίς χρήματα. Με τα πόδια, από το Gwalior μέχρι την πρωτεύουσα. Για να ακουστεί αυτό που κανείς δεν ήθελε να ακούσει: ότι υπήρχαν.
Η πορεία Janadesh δεν ήταν μια πορεία φτώχειας. Ήταν η πιο γαλήνια κραυγή μιας χώρας που είχε πνίξει τη φωνή των ανθρώπων της υπαίθρου. Η γη είχε περάσει στα χέρια εταιρειών, developers, κρατικών σχεδίων. Εκτοπισμένοι πληθυσμοί, μετανάστες στο ίδιο τους το έδαφος. Εκείνος τους δίδαξε ότι η γη δεν ανήκει σε όποιον έχει έγγραφα, αλλά σε όποιον τη ζει, τη σκάβει, τη φοβάται και την τιμά.
Τους έδωσε την πρώτη νίκη. Έκανε την κυβέρνηση να υπογράψει συμφωνία για μεταβιβάσεις γης, για αναγνώριση δικαιωμάτων, για καταγραφή των ακτημόνων. Ήταν η πρώτη φορά που τα ονόματα τους γράφτηκαν κάπου. Κανείς τους δεν είχε ελπίδα πριν. Δεν ήθελαν καριέρα, ούτε συνέντευξη. Ήθελαν απλώς να ζουν εκεί που γεννήθηκαν, χωρίς να πουλάνε τα παιδιά τους για ένα πιάτο φαΐ.
Δεν είναι εύκολο να αναμετρηθείς με μια αυτοκρατορία ανάπτυξης. Δεν είναι εύκολο να ακούσεις τις φωνές αυτών που έχουν εκπαιδευτεί να μην μιλούν. Αλλά είναι ακόμη πιο δύσκολο να παλέψεις για λογαριασμό τους χωρίς να ζητήσεις τίποτα για σένα. Και αυτό έκανε ο Rajagopal. Περπάτησε μπροστά και τους είπε: “Δεν θα βγούμε πρώτοι. Αλλά δεν θα μείνει κανείς πίσω.”