Ήταν τόσο όμορφος που τον παρομοίαζαν με πανέμορφο αρνί. Ήταν ο ωραιότερος οπλαρχηγός της περιοχής
Ήταν τόσο όμορφος που τον παρομοίαζαν με πανέμορφο αρνί. Ο Γρηγόρης Λιακατάς, ο ωραιότερος των οπλαρχηγών, πολέμησε με πάθος στην Ελληνική Επανάσταση
Ο Γρηγόρης Λιακατάς δεν ήταν ένας απλός οπλαρχηγός. Ήταν ένας άντρας που δεν περνούσε απαρατήρητος, ούτε στο πεδίο της μάχης ούτε στην καθημερινότητα. Ψηλός, ευρύστερνος, με μακριά μαύρα μαλλιά που έπεφταν μέχρι τη μέση του, μεγάλα μουστάκια και μάτια μαύρα σαν το βελούδο, έμοιαζε με ήρωα βγαλμένο από επικό παραμύθι. Οι συμπολεμιστές του τον φώναζαν “Κάλεσον”, ένα όνομα που δινόταν στα πιο όμορφα αρνιά, όχι ως προσβολή, αλλά ως παραδοχή της ασυνήθιστης ομορφιάς του.
Γεννημένος γύρω στο 1795, ο Λιακατάς μεγάλωσε σε μια οικογένεια κτηνοτρόφων. Ο πατέρας του, Θύμιος, ήταν τσελιγκάς που περνούσε τα καλοκαίρια στα βουνά των Τζουμέρκων και τους χειμώνες στον Καρβασαρά. Ο Γρηγόρης έμαθε να ιππεύει, να κυνηγά και να μάχεται από μικρός. Όταν η Επανάσταση ξέσπασε, δεν δίστασε ούτε στιγμή να πάρει τα όπλα. Ήταν ένας από τους πρώτους που σήκωσαν το λάβαρο της ελευθερίας στον Ασπροπόταμο, έχοντας δίπλα του άλλους οπλαρχηγούς όπως ο Νικόλαος Στουρνάρης.
Η ζωή του έμοιαζε με θρύλο. Η αδελφή του, η πανέμορφη Δέσπω, απήχθη από τον Αλή Πασά για να γίνει μέλος του χαρεμιού του. Ο ίδιος, παρά το μίσος του για τον Αλή, βρέθηκε διορισμένος αρματολός στον Κλεινοβό με διαταγή του ίδιου του δεσπότη των Ιωαννίνων. Οι πολιτικές ισορροπίες της εποχής ήταν περίπλοκες, αλλά ο Λιακατάς δεν υπέκυψε. Όταν ήρθε η ώρα, πήρε τους άντρες του και ρίχτηκε στη φωτιά της Επανάστασης, πολεμώντας τους Τούρκους σε μάχες που έμειναν στην ιστορία.
Η ομορφιά του όμως δεν τον προστάτεψε από τις κακουχίες του πολέμου. Το 1825, κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου, μια οβίδα του πήρε το μάτι. Ο πόνος δεν τον νίκησε, αλλά η θλίψη για την απώλειά του τον έκανε να μονολογεί: “Τώρα, αφού έχασα το μάτι μου, τι την θέλω τη ζωή;” Κι όμως, συνέχισε να πολεμά. Ένα χρόνο αργότερα, στις 26 Φεβρουαρίου 1826, έπεσε ηρωικά στη μάχη του Ντολμά, υπερασπιζόμενος το Αιτωλικό από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ.
Το όνομά του πέρασε στη λαϊκή μνήμη μέσα από δημοτικά τραγούδια. Ο πιο όμορφος οπλαρχηγός, ο άντρας που έμοιαζε με αρχαίο πολεμιστή, δεν γέρασε ποτέ. Έμεινε για πάντα νέος, για πάντα ένας θρύλος της ελληνικής Επανάστασης.