Ο Έλληνας που έγινε ο πιο επικίνδυνος Ρόμουλαν στο Star Trek. Και μετά έγινε θρύλος στο Babylon 5.
Ο Ανδρέας Κατσούλας δεν ήταν απλώς ηθοποιός. Ήταν σκιά, φωνή και παρουσία. Από τον Τομαλάκ στο Star Trek ως τον G’Kar στο Babylon 5, έγραψε ιστορία σε δύο σύμπαντα.
Η φωνή του ήταν βαθιά και ήρεμη, αλλά μπορούσε να παγώσει ένα ολόκληρο σύμπαν. Το βλέμμα του έλεγε περισσότερα από χίλιες λέξεις. Ο Ανδρέας Κατσούλας, γεννημένος από Έλληνες μετανάστες στο Σεντ Λούις του Μιζούρι, έμελλε να γίνει ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους εξωγήινους της επιστημονικής φαντασίας. Όχι σε μία, αλλά σε δύο από τις μεγαλύτερες σειρές όλων των εποχών.
Στο Star Trek: The Next Generation, εμφανίστηκε ως ο Διοικητής Τομαλάκ (Commander Tomalak), ένας πανούργος και επικίνδυνος στρατηγός της Ρομουλανικής Αυτοκρατορίας. Εμφανίστηκε τέσσερις φορές, αλλά ήταν αρκετές για να τον κάνουν έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς αντιπάλους του Captain Picard. Ο χαρακτήρας του δεν ήταν απλός κακός. Ήταν υπολογιστής, ειρωνικός, γεμάτος πολιτική λεπτότητα και απειλή που δεν φώναζε — απλώς υπήρχε.
Το βλέμμα του Κατσούλα δεν έλεγε «επιτίθεμαι». Έλεγε «σε έχω ήδη νικήσει». Και το Star Trek δεν τον ξέχασε ποτέ. Ο Τομαλάκ δεν σκοτώθηκε, δεν ταπεινώθηκε, δεν εξαφανίστηκε. Απλώς αποσύρθηκε — όπως αρμόζει σε μια σκιά που κανείς δεν θέλει να ξυπνήσει ξανά.
Κι όμως, αυτός ήταν μόνο ο πρόλογος. Το 1994, στο Babylon 5, ο Ανδρέας Κατσούλας έπαιξε τον G’Kar, έναν εξόριστο διπλωμάτη του είδους Narn. Εκεί δεν ήταν πλέον ο κακός. Ήταν το τραύμα, η αντίσταση, η μεταμόρφωση. Από μισητός σε φιλόσοφο. Από μαχητής σε μάρτυρας. Ο G’Kar έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους χαρακτήρες του sci-fi κοινού — και μια από τις βαθύτερες ερμηνείες που έχουν δοθεί ποτέ κάτω από μάσκα.
Ο Ανδρέας Κατσούλας έπαιξε με πρόθεση, με σιωπή και με βάρος. Όχι για να εντυπωσιάσει. Αλλά για να αφήσει ίχνος. Δεν κυνηγούσε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Κυνηγούσε ρόλους με ψυχή. Και τους σημάδεψε. Ο θάνατός του το 2006 από καρκίνο του πνεύμονα βύθισε σε πένθος τους φίλους της επιστημονικής φαντασίας σε όλο τον κόσμο.
Κι όμως, παραμένει παρών. Στις ατάκες του G’Kar που ακόμα μοιράζονται στα φόρουμ. Στις σκηνές του Τομαλάκ που δείχνουν πώς να είσαι απειλή χωρίς να υψώσεις φωνή. Και στη φωνή του, που έμοιαζε πάντα σαν κάτι παλιό, βαθύ και ελληνικό — σαν κάτι που κουβαλούσε αιώνες πίσω του.