Ο λόγος που μετά το 1960 τα μπαλάκια του τένις έγιναν κίτρινα, ενώ πριν ήταν άσπρα και ήταν όλοι οκ με αυτό
Η τηλεόραση άλλαξε το τένις. Τα λευκά μπαλάκια δεν φαίνονταν στην κάμερα και ο David Attenborough βοήθησε να γίνουν κίτρινα. Πριν από αυτό, όλοι ήταν οκ με το άσπρο.
Για δεκαετίες, το τένις παιζόταν με λευκά μπαλάκια. Ήταν το στάνταρ. Ήταν το αυτονόητο. Κανείς δεν το αμφισβητούσε. Μέχρι που ήρθε η τηλεόραση. Και όχι απλώς η τηλεόραση, αλλά η έγχρωμη τηλεόραση. Για πρώτη φορά, οι αγώνες δεν προβάλλονταν μόνο στους λίγους που παρευρίσκονταν στο γήπεδο. Προβάλλονταν σε εκατομμύρια τηλεθεατές. Και τότε, κάτι φάνηκε στραβό.
Το λευκό μπαλάκι, που λειτουργούσε άψογα στο γρασίδι ή στις χωμάτινες επιφάνειες, γινόταν σχεδόν αόρατο στην κάμερα. Ειδικά όταν κινούνταν με 150 χιλιόμετρα την ώρα. Το κοινό δεν έβλεπε τίποτα. Ο σκηνοθέτης πάλευε να κρατήσει το πλάνο. Η ροή του παιχνιδιού χανόταν.
Τότε ήταν που ο Sir David Attenborough, διευθυντής του BBC2 στα τέλη του ’60, πρότεινε μια απλή αλλά ριζική λύση: αλλάξτε το χρώμα. Όχι γιατί το τένις χρειαζόταν ανανέωση. Αλλά γιατί η τηλεόραση χρειαζόταν… να δείχνει τι συμβαίνει. Και έτσι γεννήθηκε το “optic yellow” — το έντονο φωσφοριζέ κίτρινο που βλέπουμε μέχρι σήμερα στα μπαλάκια.
Το 1972, η Διεθνής Ομοσπονδία Τένις ενέκρινε το νέο χρώμα. Και το 1986, ακόμα και το συντηρητικό Wimbledon άφησε πίσω τα λευκά μπαλάκια και υιοθέτησε το κίτρινο. Ήταν το τέλος μιας εποχής. Και η αρχή του τένις όπως το βλέπουμε σήμερα: με ένταση, χρώμα και ταχύτητα που καταγράφεται όχι μόνο με τα μάτια, αλλά και με την κάμερα.
Το πιο παράδοξο; Πριν το 1960, όλοι ήταν οκ με το άσπρο. Όχι γιατί ήταν το καλύτερο. Αλλά γιατί κανείς δεν το έβλεπε… στην τηλεόραση.