Βρήκαν ένα παλιό νόμισμα. Είχε πάνω του το όνομα Αυτοκράτορα που δεν υπήρχε σε κανένα βιβλίο, σε καμία αναφορά, σε κανένα άγαλμα.
Δεν υπάρχει σε καμία λίστα. Ούτε σε άγαλμα, ούτε σε χρονικό. Κι όμως, δύο παλιά νομίσματα αποκάλυψαν ότι κάποιος ονόματι Σιλβανάκος ίσως κυβέρνησε τη Ρώμη – για λίγο.
Δεν υπάρχει σε κατάλογο Αυτοκρατόρων. Δεν υπάρχει σε χρονικά. Δεν τον μνημονεύει καμία επιγραφή, κανένας ρήτορας, κανένας βιογράφος. Για σχεδόν 1.700 χρόνια, η Ρώμη είχε ξεχάσει ότι υπήρξε. Κι όμως, κάποια στιγμή, σε μια περιοχή που τότε ονομαζόταν Γαλατία, ένα νόμισμα ήρθε στο φως. Ήταν αυθεντικό, φαινόταν καθαρά. Είχε πάνω του ένα όνομα που κανείς δεν αναγνώριζε: Silbannacus.
Το πρώτο νόμισμα βρέθηκε τη δεκαετία του ’30, στη Λωρραίνη. Δεν αρκούσε για να αποδείξει την ύπαρξή του. Μπορεί να ήταν φάρσα, μπορεί κάποιο ονόμαζε τον εαυτό του Αυτοκράτορα για λίγες ώρες, μπορεί το όνομα να ήταν απλώς τυπογραφικό λάθος. Κανείς δεν είχε ξαναδεί τέτοιο πορτρέτο. Κανείς δεν είχε ξανακούσει τέτοιο τίτλο. Η ιστορία το άφησε να περάσει. Μέχρι που, δεκαετίες αργότερα, βρέθηκε κι άλλο. Ένα δεύτερο νόμισμα, με τον ίδιο Αυτοκράτορα, την ίδια επιγραφή. Ήταν αληθινός.
Κανείς δεν ξέρει πότε ακριβώς κυβέρνησε. Ίσως ανάμεσα στον Φίλιππο τον Άραβα και τον Δέκιο. Ίσως μετά τον Αιμιλιανό, πριν τον Βαλεριανό. Η Ρώμη εκείνη την εποχή άλλαζε Αυτοκράτορες σε εβδομάδες. Οι λεγεώνες ανακήρυσσαν στρατηγούς τους, τους αποκαλούσαν «Αυγούστους», και τους δολοφονούσαν λίγο αργότερα. Ο Σιλβανάκος ανήκει σε εκείνη τη φρενήρη περίοδο του 3ου αιώνα, όταν το σκήπτρο της Αυτοκρατορίας περνούσε από χέρι σε χέρι πιο γρήγορα απ’ όσο καταγράφεται η ιστορία.
Το πρόσωπό του στα νομίσματα είναι μοναδικό. Νεαρός, χωρίς γενειάδα, με φαβορίτες. Η μορφή του δεν μοιάζει με άλλον Αυτοκράτορα εκείνης της εποχής. Το όνομά του –Silbannacus– είναι ασυνήθιστο, ίσως κελτικής, ίσως ιταλικής προέλευσης. Μπορεί να ήταν κάποιος διοικητής στη Γαλατία. Μπορεί να πήρε για λίγο τη Ρώμη. Κανείς δεν είναι βέβαιος.
Το μόνο που ξέρουμε, είναι ότι υπάρχει. Όχι στα χειρόγραφα, όχι στις τοιχογραφίες, αλλά σε δύο μικρά ασημένια νομίσματα. Το πρώτο έδειχνε τη Νίκη. Το δεύτερο τον Άρη. Οι θεοί της μάχης και της δύναμης, χαραγμένοι πίσω από το όνομα ενός άντρα που κυβέρνησε –ίσως– για μερικές μέρες. Ή ώρες. Ή ποτέ.
Αλλά το όνομά του δεν ξεχάστηκε τελείως. Τώρα βρίσκεται σε μουσεία, σε καταλόγους σπανίων νομισμάτων, σε υποσημειώσεις βιβλίων. Και κυρίως, σε εκείνα τα δύο μέταλλα που σώθηκαν από τον χρόνο. Ο Σιλβανάκος μπορεί να μην έμεινε ποτέ στην Ιστορία. Αλλά έμεινε στο ασήμι.