Γεννήθηκε Αλεπουδέλης αλλά η Ελλάδα, η ελπίδα, η ελευθερία και μια Ελένη του έδωσαν το ψευδώνυμο του Νόμπελ
Ο Οδυσσέας Ελύτης έφτιαξε το όνομά του από το φως, την Ελλάδα και την ελευθερία.
Κάποια ονόματα μοιάζουν προδιαγεγραμμένα να μείνουν στην ιστορία. Άλλα, όμως, είναι φτιαγμένα από αυτούς που τα κουβαλούν. Ο Οδυσσέας Ελύτης δεν γεννήθηκε με αυτό το όνομα. Το διάλεξε. Το έπλασε, το έβαλε πάνω στα ποιήματά του και το έκανε δικό του, σαν να υπήρχε πάντα. Και ο λόγος που το έκανε δεν ήταν για να κρυφτεί, αλλά για να δηλώσει με ακρίβεια ποιος ήταν.
Το πραγματικό του επίθετο, Αλεπουδέλης, ήταν ένα όνομα με ιστορία, συνδεδεμένο με την οικογένειά του και την επιχειρηματική της δραστηριότητα στη Μυτιλήνη. Όμως, ο ίδιος ήθελε κάτι που να μην τον προσδιορίζει μέσα από την οικογενειακή του κληρονομιά, αλλά μέσα από τον κόσμο που ο ίδιος δημιουργούσε. Έψαχνε ένα όνομα που να χωράει τον ήλιο, τη θάλασσα, την Ελλάδα και την ελευθερία.
Για εκείνον, οι λέξεις που ξεκινούσαν από «Ελ» είχαν μια ξεχωριστή δύναμη. Ήταν η Ελλάδα, η ελπίδα, η ελευθερία, ακόμα και μια Ελένη που, όπως είχε πει χαριτολογώντας, μπορεί να αγαπούσε εκείνο τον καιρό. Το «Ελ» ήταν ένας ήχος που του ταίριαζε, που τον έκανε να νιώθει ότι εκφράζει αυτό που ήθελε να γράψει.
Ύστερα ήρθε το «υ». Το θεωρούσε το πιο ελληνικό γράμμα, ένα γράμμα που κουβαλάει κάτι το αρχέγονο, το αυθεντικό. Οι Γάλλοι το αποκαλούσαν i grec (ελληνικό ι), κάτι που του φαινόταν σαν απόδειξη ότι αυτό το γράμμα έπρεπε να βρίσκεται στο όνομά του.
Το μόνο που απέμενε ήταν μια κατάληξη. Ήθελε να έχει κάτι δυναμικό, κάτι που να θυμίζει αρχαίο ελληνικό όνομα χωρίς να αντιγράφει κάποιο συγκεκριμένο. Έτσι, έβαλε το «-ύτης», μια καταληκτική συλλαβή που έδινε στο όνομα τη στιβαρότητα και τη μουσικότητα που έψαχνε.
Έτσι γεννήθηκε το Ελύτης. Δεν ήταν απλώς ένα ψευδώνυμο, αλλά μια δήλωση ύπαρξης. Ένα όνομα που εμπεριείχε τον ήλιο, την Ελλάδα, την ποίηση και την ελευθερία. Ένα όνομα που δεν είχε προϊστορία, αλλά απέκτησε μέλλον.
Με αυτό το όνομα υπέγραψε το Άξιον Εστί, με αυτό πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, με αυτό έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους ποιητές του ελληνικού και παγκόσμιου λογοτεχνικού τοπίου. Και το πιο εντυπωσιακό; Αυτό το όνομα, που σήμερα μοιάζει τόσο φυσικό και αυτονόητο, ξεκίνησε από μια απλή αναζήτηση του ίδιου να βρει λέξεις που να κουβαλάνε το φως που ήθελε να φέρει στην ποίηση του.