Η πατέντα του θα τον έκανε δισεκατομμυριούχο, αλλά εκείνος προτίμησε να σώσει τον κόσμο
Η ιστορία του Jonas Salk, του γιατρού που βρήκε το εμβόλιο της πολιομυελίτιδας και το χάρισε στον κόσμο, χωρίς να ζητήσει τίποτα.
Το 1952 η Αμερική πάγωσε. Μόνο εκείνη τη χρονιά, η πολιομυελίτιδα παρέλυσε πάνω από 21.000 παιδιά. Κάθε καλοκαίρι, οι δρόμοι άδειαζαν από φόβο. Κανείς δεν ήξερε ποιος θα είναι ο επόμενος. Κάποια παιδιά δεν περπατούσαν ποτέ ξανά. Άλλα ζούσαν μέσα σε σιδερένιους πνεύμονες μέχρι να πεθάνουν. Και τότε, ήρθε ένας γιατρός με ένα φιαλίδιο και μια ιδέα που θα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα.
Ο Jonas Salk δεν ήταν κυνηγός φήμης. Δούλευε στο πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ και αφιερώθηκε στη δημιουργία ενός εμβολίου που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί μαζικά, γρήγορα και με ασφάλεια. Δεν βασίστηκε στην τύχη. Δοκίμασε, απέτυχε, επέμεινε. Μέχρι που βρήκε τη φόρμουλα. Το 1955, μπροστά σε παγκόσμια τηλεοπτική μετάδοση, το εμβόλιο του Salk ανακοινώθηκε ασφαλές και αποτελεσματικό.
Τα επόμενα χρόνια, η πολιομυελίτιδα άρχισε να εξαφανίζεται από την Αμερική, την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Ένα φιαλίδιο μερικών σταγόνων έσωζε ζωές, προστάτευε μέλλοντα, επέστρεφε χαμόγελα στους δρόμους. Το όνομα του Salk έγινε συνώνυμο της ελπίδας. Και τότε τον ρώτησαν: ποιος έχει την πατέντα για το εμβόλιο;
Ο Salk απάντησε ήρεμα:
«Κανείς. Μπορείς να πατεντάρεις τον ήλιο;»
Η απάντηση συγκλόνισε τους πάντες. Ο ίδιος θα μπορούσε να έχει γίνει ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον πλανήτη. Η αξία της πατέντας του εκτιμάται πως θα ξεπερνούσε τα 7 δισεκατομμύρια δολάρια. Όμως για τον Salk, η επιστήμη ήταν για να σώζει, όχι για να πουλάει.
Έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του με σεμνότητα, κάνοντας έρευνα, διδάσκοντας, μιλώντας για ειρήνη και δικαιοσύνη. Δεν έψαξε ποτέ αναγνώριση. Δεν ζήτησε ποτέ τίποτα. Κι όμως, η σιωπηλή του προσφορά έσωσε περισσότερες ζωές από όσες μπορεί να χωρέσει ένα βιβλίο ιστορίας.